Τα σχολεία φέτος θα ανοίξουν μέσα σε καθεστώς γενικότερης οικονομικής και κυρίως πολιτιστικής κρίσης. Οι αλλαγές στη διαχείριση του εκπαιδευτικού προσωπικού που νομοθέτησε το υπουργείο στοχεύουν αποκλειστικά στη μείωση του κόστους λειτουργίας του σχολείου, με το διορισμό λιγότερων εκπαιδευτικών. Ο κίνδυνος να ανοίξουν τα σχολεία χωρίς το απαραίτητο εκπαιδευτικό δυναμικό είναι ορατός κυρίως από το Νοέμβριο και μετά, όταν θα φύγουν και ουσιαστικά όσοι έχουν κάνει αίτηση συνταξιοδότησης. Η συνδικαλιστική ηγεσία και τα κόμματα που την καθοδηγούν περιμένουν να σπεκουλάρουν πάνω στη δύσκολη κατάσταση, να οδηγήσουν τα πράγματα στα άκρα, ελπίζοντας να καρπωθούν τα γνωστά μικροκομματικά οφέλη. Ταυτόχρονα θα κάνουν ότι μπορούν για να μην θιγούν τα κεκτημένα, δηλαδή οι χιλιάδες αποσπάσεις εκτός των σχολικών μονάδων, οι υπεράριθμοι με το μειωμένο ή μηδενικό ωράριο, η μη ανάληψη των υπερωριών κλπ. Είναι όμως όλα αυτά το κύριο πρόβλημα; Πιστεύω πως όχι. Δηλαδή πέρυσι που όλα αυτά δεν υπήρχαν, το σχολείο δούλεψε σωστά;
Χρόνια τώρα, η Αριστερά ασχολείται με τα επιφαινόμενα, με τους διορισμούς και τους μισθούς. Λες και αν είχαμε την μονιμοποίηση όλου του διδακτικού προσωπικού και διπλασιασμό των αποδοχών θα είχαμε και εκπαίδευση. Σήμερα κινδυνεύουμε να αναγορεύσουμε ως κύρια αιτία της παθογένειας την πραγματικά άθλια συνδικαλιστική δραστηριότητα, την πραγματικά αντιδραστική δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία των εκπαιδευτικών. Ας υποθέσουμε ότι απαλλαχτήκαμε από όλα αυτά. Έχουμε αυτόματα και εκπαίδευση; Είναι η ίδια η δομή και η φιλοσοφία της μέσης εκπαίδευσης, που γεννά την ανάλογη υπαλληλική νοοτροπία, που διαμορφώνει την αντίστοιχη ΟΛΜΕ, αλλά και την αντίστοιχη διοίκηση και όλο το συρφετό που έχουν απαξιώσει το δημόσιο σχολείο. Σε ένα αντιπαραγωγικό σχολείο, που απλά δεν κάνει τίποτα από αυτά για τα οποία έχει ιδρυθεί, είναι αδύνατο να υπάρχουν παραγωγικές διοικήσεις και γόνιμες συνδικαλιστικές ηγεσίες.
Η δημόσια μέση εκπαίδευση, χρόνια τώρα, λειτουργεί τυπικά. Ουσιαστικά η γνώση παρέχεται στα φροντιστήρια. Γιατί δεν λέμε την πραγματικότητα; Προφανώς γιατί είμαστε και σεις και εγώ ως εκπαιδευτικοί μέρος του προβλήματος και είναι δύσκολο να δούμε τα πράγματα απέξω. Σίγουρα πολλοί δάσκαλοι πασχίζουν, αλλά το αποτέλεσμα άλλοι το καρπώνονται. Οι καλοί καθηγητές του σχολείου μένουν στη μνήμη των παιδιών ως ωραίοι και φιλικοί, ως καλοί άνθρωποι. Οι συνάδελφοι φροντιστές ή και εμείς οι ίδιοι ως φροντιστές ( να μην κρυβόμαστε) μένουν στη μνήμη τους ως αυτοί που τους «έβαλαν» στο πανεπιστήμιο.
Όλο το σύστημα της μέσης εκπαίδευσης από την 1η Γυμνασίου έως της 3η Λυκείου προετοιμάζει, κατανέμει και αξιολογεί τους μαθητές για την εισαγωγή τους στα ΑΕΙ. Τους παρέχει και δεν τους διδάσκει, γνώσεις για να αντιμετωπίσουν τις εισαγωγικές εξετάσεις. Και επειδή ο τρόπος παροχής είναι ανεπαρκής, αντικαθίσταται από το φροντιστήριο. Ούτε τους μορφώνει, ούτε τους διαπαιδαγωγεί, ούτε τους γυμνάζει, ούτε τους προετοιμάζει για πολίτες. Ακόμα και οι βαθμοί μέσα στο σχολείο είναι ενδεικτικοί, πλαστοί. Ταυτόχρονα, για να συμπληρώνει ωράριο και να δίνει δουλειά και σε μερικές χιλιάδες απόφοιτους ΑΕΙ και ΤΕΙ, έχει ανακαλύψει και άλλα «μαθήματα» για να γεμίζει το πρόγραμμα. Αν εμείς θέλουμε να πιστεύουμε ότι διδάσκουμε, για παράδειγμα, Γεωγραφία, μπορούμε να το πιστεύουμε, για τους μαθητές όμως το μάθημα δεν υπάρχει. Και επειδή το σύστημα, όπως είπαμε, και κατανέμει, όσους και όσες δεν μπορούν να παρακολουθήσουν την κούρσα, τους ρίχνει κατηγορία και τους στέλνει στα ΕΠΑΛ, δηλαδή στη Β εθνική και βάλε. Και εκεί όμως αφού διανύσουν ένα τυπικό κύκλο 3 χρόνων παίρνουν ένα πτυχίο ειδίκευσης που δεν αντιπροσωπεύει τίποτα, μα τελείως τίποτα.
Αν θέλουμε λοιπόν ως Αριστερά να παρέμβουμε στην εκπαιδευτική κρίση δεν πρέπει να μένουμε στον τύπο, αλλά να μπούμε στην ουσία.
Να αναζητήσουμε τη φιλοσοφία της μέσης εκπαίδευσης στη εποχή της πληροφορίας.
Να θέσουμε τους στόχους που πρέπει να έχει το δημόσιο σχολείο.
Να φτιάξουμε από την αρχή τη διάρθρωση που μπορεί να υπηρετήσει τους στόχους.
Να σχεδιάσουμε αναλυτικά προγράμματα και να γράψουμε ανάλογα σχολικά βιβλία.
Να επιλέξουμε τρόπους διδασκαλίας αξιοποιώντας και την τεχνολογία.
Να προτείνουμε προγράμματα επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών.
Να σχεδιάσουμε τους χώρους μέσα στους οποίους θα συμβαίνει η κάθε δράση,
και το σημαντικότερο, γι’ αυτό το άφησα και τελευταίο
να αναζητήσουμε, μαζί με τους μαθητές και τις μαθήτριες, τη δική τους θέση, στάση και συμμετοχή στην όλη εκπαιδευτική διαδικασία. Να δούμε με πιο τρόπο αυτοί δεν θα είναι παθητικοί δέκτες, αλλά θα συμμετέχουν ουσιαστικά, όχι απαντώντας στις δικές ερωτήσεις μας, αλλά σε αυτές που οι ίδιοι θα βάζουν στους εαυτούς τους.
Με λίγα λόγια, σύντροφοι, ελάτε να επανασχεδιάσουμε το σχολείο και να το παρουσιάσουμε στην κοινωνία για δημόσια διαβούλευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου