Μια πολύ ενδιαφέρουσα παρέμβαση για τις μεταρρυθμίσεις στην ανώτατη εκπαίδευση της χώρας.
των Χ. Ιορδάνογλου (Πάντειο Πανεπιστήμιο), και Θ.Στέγγου (University of Guelph).
Το συνδιοικητικό μοντέλο διακυβέρνησης των ελληνικών πανεπιστημίων απέτυχε. Αυτή είναι η αφετηρία των σκέψεων που ακολουθούν. Το υψηλό ποσοστό συμμετοχής των φοιτητών στην εκλογή των οργάνων των ΑΕΙ είχε παρενέργειες από τις οποίες η κομματική συναλλαγή είναι απλώς το πιο οφθαλμοφανές δείγμα. Οι λιγότερο φανερές παρενέργειες ήταν η συστηματική «κολακεία» του φοιτητικού σώματος και η συνακόλουθη γενικευμένη χαλάρωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας καθώς και η δημιουργία συνθηκών που αποθαρρύνουν σεβαστούς και ικανούς ανθρώπους από το να διεκδικήσουν διευθυντικές θέσεις. Στο διοικητικό πεδίο το συνδιοιηκητικό μοντέλο οδήγησε σε κακή κατανομή των πόρων και παραμέληση των υποδομών των ΑΕΙ. Από ακαδημαϊκή άποψη οδήγησε σε υπέρμετρο κατακερματισμό των εκπαιδευτικών μονάδων και σε εσωστρέφεια που συχνά φτάνει στα όρια της καθαρής αυτοαναφορικότητας. Έτσι, μολονότι η μέση ποιότητα του ακαδημαϊκού προσωπικού των ελληνικών πανεπιστημίων δεν υπολείπεται αυτής των μεσαίου βεληνεκούς ξένων πανεπιστημίων, οι επιδόσεις των ελληνικών ΑΕΙ υστερούν αισθητά.
Το ότι η ανώτατη παιδεία χρειάζεται μεταρρύθμιση είναι φανερό εδώ και χρόνια. Σήμερα όμως η ανάγκη μεταρρυθμίσεων είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ.
Μέχρι τώρα το πλείστο των αποφοίτων των ελληνικών ΑΕΙ απορροφούνταν από το δημόσιο. Από εδώ και εμπρός, θα κληθούν να εκπαιδεύουν κόσμο πρωτίστως για τον ιδιωτικό τομέα. Τούτο είναι θεμελιώδης αλλαγή που επιταχύνει τα πράγματα. Μεταρρυθμίσεις, λοιπόν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα έρθουν. Το θέμα είναι πώς.
Το Σχέδιο διαβούλευσης του Υπουργείου Παιδείας ορθά βάζει στο επίκεντρό του το θέμα της διοίκησης. Τόσο οι μέτριες επιδόσεις όσο και η δυσαρμονία του παραγόμενου από τα ΑΕΙ έργου με τις ανάγκες της κοινωνίας σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το καθεστώς των κινήτρων που δημιουργεί το μοντέλο διακυβέρνησης των πανεπιστημίων. Οι ιδέες του Σχεδίου για τη θέσπιση Διοικητικών Συμβουλίων με εξωτερικά μέλη, τη δημιουργία Ανεξάρτητης Αρχής εποπτείας και χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τη μετατόπιση της ισχύος από τα τμήματα στις σχολές αξίζουν να συζητηθούν και να συγκεκριμενοποιηθούν.
Στο κείμενο τούτο θα επικεντρωθούμε στο θέμα της δομής της διακυβέρνησης των ΑΕΙ. Εάν το πρόβλημα αυτό επιλυθεί, πολλά πράγματα θα ακολουθήσουν. Εάν δεν επιλυθεί, τίποτε δεν θα γίνει.
Δεν πιστεύουμε ότι τα ελληνικά ΑΕΙ μπορούν να περάσουν από το συνδιοικητικό σχήμα στο managerial model και στη μετατόπιση του κέντρου βάρους της ισχύος σε εξωτερικούς διαχειριστές που αυτό το μοντέλο συνεπάγεται. Κάτι τέτοιο, για πολλούς δεν είναι επιθυμητό και σίγουρα δεν είναι εφικτό. Θα προκαλούσε τριβές που θα υπονόμευαν το σχήμα διακυβέρνησης από την αρχή. Στο νέο σχήμα διακυβέρνησης ο ρόλος των πανεπιστημιακών του κάθε ιδρύματος δεν μπορεί παρά να συνεχίσει να είναι προεξάρχων. Όχι χωρίς αντίβαρα όμως.
Στις επόμενες παραγράφους θα διατυπώσουμε μερικές σκέψεις σχετικά με το ποια μπορεί να είναι τα δομικά στοιχεία και τα βασικά θεσμικά χαρακτηριστικά ενός τέτοιου σχήματος διακυβέρνησης. Τα δομικά του στοιχεία πρέπει να είναι το Διοικητικό Συμβούλιο, η Σύγκλητος, ο Πρύτανης, ο Γραμματέας Διοίκησης και Διαχείρισης και η Ανεξάρτητη Αρχή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο συνδυασμός Διοικητικού Συμβουλίου και Συγκλήτου βρίσκεται στην καρδιά του νέου σχήματος διακυβέρνησης και έχει υιοθετηθεί από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Η δημιουργία μιας Ανεξάρτητης Αρχής Αξιολόγησης Εποπτείας και Χρηματοδότησης της Ανώτατης Παιδείας είναι μια παλιά ιδέα της οποίας ο καιρός, νομίζουμε, ότι έχει έρθει. Το γιατί θεωρούμε αναγκαία τη θέσπιση σε κάθε πανεπιστήμιο μιας θέσης Γραμματέα Διοίκησης και Διαχείρισης θα φανεί παρακάτω.
1. Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) του Ιδρύματος.
Το ΔΣ είναι το όργανο λήψης στρατηγικών αποφάσεων. Χαράσσει την στρατηγική ανάπτυξης και διεθνών συνεργασιών του Ιδρύματος. Ψηφίζει το Οργανόγραμμα και τον Κανονισμό Λειτουργίας του, ελέγχει την εφαρμογή του και μεριμνά για την καλή λειτουργία του Πανεπιστημίου. Καταρτίζει τον πολυετή Προγραμματισμό και συνάπτει τις προγραμματικές συμφωνίες με την πολιτεία. Είναι υπεύθυνο για τη διαχείριση των εσόδων και της περιουσίας του Πανεπιστημίου. Επικυρώνει (με ή χωρίς τροποποιήσεις) τον ετήσιο προϋπολογισμό και εγκρίνει τον ετήσιο απολογισμό λειτουργίας. Τέλος, εκλέγει και παύει τον πρύτανη.
Το ΔΣ δεν θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα πολυμελές και επιβάλλεται να αποτελείται από «εσωτερικά» και «εξωτερικά» μέλη.
Τα «εσωτερικά» μέλη θα είναι μέλη ΔΕΠ τα οποία θα εκλέγονται αποκλειστικά από τα μέλη ΔΕΠ του ιδρύματος με καθολική ψηφοφορία και ενιαίο ψηφοδέλτιο. Εις εφαρμογή της αρχής ότι ο ρόλος των πανεπιστημιακών του ιδρύματος παραμένει προεξάρχων, τα «εσωτερικά» μέλη θα πρέπει να αποτελούν την πλειοψηφία του ΔΣ αλλά η πλειοψηφία αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει τις δυο-τρεις ψήφους Τα μέλη αυτά λειτουργούν ως εκλέκτορες των «εξωτερικών» μελών..
Ο σκοπός της ύπαρξης των «εξωτερικών» μελών είναι να αποτελούν το θεσμικό αντίβαρο στην, εν μέρει φυσιολογική, εσωστρέφεια, των πανεπιστημιακών, να συνδέουν το πανεπιστήμιο με τις ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας και να προάγουν τα συμφέροντα του πανεπιστημίου εγχωρίως και διεθνώς. Τα «εξωτερικά» μέλη πρέπει να είναι διακεκριμένες προσωπικότητες της κοινωνίας, οικονομίας ή της επιστήμης και επιλέγονται ως πρόσωπα. Ορθώς, το σχέδιο διαβούλευσης αποκλείει εκπροσώπους φορέων που συμμετέχουν ex officio. Κάτι τέτοιο θα έβαζε τις
κομματικές σκοπιμότητες από το παράθυρο. Τα «εξωτερικά» μέλη επιλέγονται από τα «εσωτερικά» με ενισχυμένη πλειοψηφία.
Οι φοιτητές και οι διοικητικοί υπάλληλοι συμμετέχουν στο ΔΣ με έναν
εκπρόσωπο. Ο κάθε εκπρόσωπος εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία των φοιτητών και των διοικητικών υπαλλήλων αντίστοιχα. Το σε ποια θέματα οι εκπρόσωποι αυτοί έχουν ψήφο και σε ποια γνώμη καθορίζεται από τον εσωτερικού κανονισμό του Ιδρύματος. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν έχουν δικαίωμα ψήφου στην εκλογή του πρυτάνεως, των «εξωτερικών» μελών του ΔΣ και του Γραμματέα Διοίκησης και Διαχείρισης.
2. Σύγκλητος.
Η Σύγκλητος εξακολουθεί να είναι το κορυφαίο ακαδημαϊκό όργανο του Πανεπιστημίου. Έχει την ευθύνη της οργάνωσης των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών καθώς και της προαγωγής της έρευνας. Επιπλέον, η Σύγκλητος ψηφίζει τον προϋπολογισμό για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος και το αποστέλλει προς επικύρωση στο ΔΣ.
Για λόγους ευελιξίας, ο αριθμός των μελών της πρέπει να είναι μικρότερος από ότι είναι σήμερα. Στη Σύγκλητο συμμετέχουν ένας εκπρόσωπος των προπτυχιακών και ένας των μεταπτυχιακών φοιτητών που εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία από το φοιτητικό σώμα.
3. Ο Πρύτανης:
Ο πρύτανης είναι η κορυφαία προσωπικότητα του ιδρύματος και προεδρεύει τόσο στο ΔΣ όσο και στη Σύγκλητο. Έχει την ευθύνη της ακαδημαϊκής λειτουργίας του πανεπιστημίου και την στρατηγική εποπτεία της καλής διοίκησης και λειτουργίας του ιδρύματος.
Ο πρύτανης είναι υποχρεωτικά καθηγητής Πανεπιστημίου. Επιλέγεται από το ΔΣ μετά από διεθνή πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Το εάν ο πρύτανης θα είναι καθηγητής του οικείου πανεπιστημίου ή θα προέρχεται από άλλο πανεπιστήμιο της Ελλάδας ή του εξωτερικού αφήνεται στην προαίρεση του εκάστοτε Ιδρύματος. Στην επιλογή του Πρύτανη δεν συμμετέχουν οι εκπρόσωποι των φοιτητών και του διοικητικού προσωπικού.
4. Γραμματέας Διοίκησης και Διαχείρισης (ΓΔΔ).
Τα ελληνικά πανεπιστήμια σήμερα δεν διοικούνται καλά. Δεν αξιοποιούν τους πόρους και την περιουσία τους, παραμελούν τις υποδομές τους και, συχνά, χάνουν τον έλεγχο του τεχνικού και διοικητικού τους προσωπικού. Επιπλέον, οι πρυτανικές αρχές κατακλύζονται από δευτερεύουσες γραφειοκρατικές διαδικασίες που αποσπούν την προσοχή τους από τα ζωτικής σημασίας ακαδημαϊκά και διοικητικά τους καθήκοντα. Μέρος της ευθύνης για την κατάσταση αυτή έχει το γεγονός ότι οι ευθύνες της διοίκησης και της διαχείρισης των υποθέσεων των ΑΕΙ ανατίθενται σε ανθρώπους που δεν είναι οι πιο κατάλληλοι για τους ρόλους αυτούς. Η ύπαρξη ενός Γραμματέα Διοίκησης και Διαχείρισης (ΓΔΔ) είναι απαραίτητη.
Ο ΓΔΔ είναι κατά κάποιο τρόπο ο εκτελεστικός βραχίονας του πρυτάνεως και του ΔΣ. Του ανατίθενται τα εξής:
α) Έχει την ευθύνη της διοίκησης του πανεπιστημίου και της διεκπεραίωσης των γραφειοκρατικών διαδικασιών που του αναθέτει ο εσωτερικός κανονισμός του ιδρύματος. Έτσι, ο πρύτανης απαλλάσσεται από τη «λάντζα» αλλά πάντα διατηρεί τη στρατηγική εποπτεία.
β) Είναι ο προϊστάμενος του διοικητικού προσωπικού του πανεπιστημίου και διαθέτει ευρείες πειθαρχικές δικαιοδοσίες για πλημμελή εκτέλεση καθηκόντων.
γ) Διαχειρίζεται τα έσοδα από όλες τις πηγές και την περιουσία του πανεπιστημίου και καλείται να αναζητεί ευκαιρίες για την περαιτέρω αξιοποίηση των οικονομικών δυνατοτήτων του ιδρύματος.
δ) Έχει την ευθύνη της καλής λειτουργίας των υποδομών του Πανεπιστημίου.
ε) Τέλος, σε συνεργασία με τον πρύτανη, τις σχολές και τα τμήματα, καταρτίζει τον προϋπολογισμό του ακαδημαϊκού έτους και τον υποβάλλει στη Σύγκλητο προς ψήφιση. Κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού ο ΓΔΔ έχει την ευθύνη για την σταδιακή αλλά έγκαιρη εκταμίευση των κονδυλίων που, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, αναλογούν στην κάθε εκπαιδευτική μονάδα του ιδρύματος.
Πάνω σε όλα τα θέματα της αρμοδιότητάς του ο ΓΔΔ, σε συνεργασία με τον
πρύτανη, δικαιούται να κάνει εισηγήσεις προς το ΔΣ στις συνεδριάσεις του οποίου συμμετέχει (με δικαίωμα λόγου). Ενημερώνει ανελλιπώς τον πρύτανη για τα πεπραγμένα του και λογοδοτεί σε τακτά χρονικά διαστήματα στο ΔΣ. Η διαχείρισή του υποβάλλεται ανά εξάμηνο στον έλεγχο ορκωτών λογιστών και είναι υποχρεωμένος να παρέχει όποιο έγγραφο ή πληροφορία του ζητηθεί.
Ο ΓΔΔ πρέπει να είναι επαγγελματίας εγνωσμένων ικανοτήτων και πείρας.
Επιλέγεται μετά από ανοιχτή προκήρυξη από το ΔΣ και η θητεία του είναι
ανανεώσιμη. Στην επιλογή του ΓΔΔ δεν συμμετέχουν οι εκπρόσωποι των φοιτητών και του διοικητικού προσωπικού.
5. Μια απαραίτητη συνθήκη.
Οι εκπρόσωποι των ομάδων σε όλα τα όργανα του πανεπιστημίου εκλέγονται μόνο από τα μέλη της ομάδας στην οποία ανήκουν: το ΔΕΠ ψηφίζει για τους εκπροσώπους του ΔΕΠ, οι φοιτητές για αυτούς των φοιτητών, οι διοικητικοί για τους δικούς τους εκπροσώπους.
6. Ανεξάρτητη Αρχή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Το Υπουργείο Παιδείας ασκεί τις εποπτικές και χρηματοδοτικές του εξουσίες
απέναντι στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κατά τρόπο μη ικανοποιητικό ή δεν τις ασκεί καθόλου. Τα κίνητρά του είναι συχνά στενά κομματικά, οι διαδικασίες παρέμβασής του γραφειοκρατικές και αδιαφανείς και οι επιδράσεις του απονεκρωτικές. Ο έλεγχος των οικονομικών των πανεπιστημίων με βάση το Δημόσιο Λογιστικό περιορίζει μέχρις ασφυξίας την ευχέρεια ελιγμών στη διαχείριση των πόρων τους. Είναι καιρός το ελληνικό κράτος να εκχωρήσει μέρος των εξουσιών του σε μιαν Ανεξάρτητη Αρχή Αξιολόγησης και Χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που θα λειτουργεί σαν φίλτρο ανάμεσα στα πανεπιστήμια και την εκάστοτε κυβέρνηση. Η Αρχή αυτή θα ορίζεται με τις ενισχυμένες πλειοψηφίες της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής μετά από πρόταση του Υπουργού Παιδείας και γνώμη της Συνόδου των Πρυτάνεων.
Πρέπει να προικοδοτηθεί επαρκώς και να στελεχωθεί με κοινώς αποδεκτούς
ανθρώπους εγνωσμένων ικανοτήτων και γνώσεων. Θα είναι κάτι που θα φτιαχτεί από την αρχή και θα έχει τα πλεονεκτήματα ενός νεοσχεδιασμένου οργανισμού. Η βασική της αποστολή είναι να εξασφαλίζει τη σταθερότητα και τη διαφάνεια των κανόνων του παιχνιδιού στις σχέσεις πολιτείας και ιδρυμάτων. Έτσι, θα επιτρέψει και στο υπουργείο Παιδείας να παίξει επαρκέστερα το ρυθμιστικό και στρατηγικό του ρόλο.
Οι προτεινόμενες αρμοδιότητες της Αρχής είναι οι εξής:
α) Διεξάγει με βάση αποσαφηνισμένα εκ των προτέρων κριτήρια την αξιολόγηση και τον έλεγχο της ποιότητας του παραγόμενου εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου και εποπτεύει την καλή λειτουργία των Πανεπιστημίων (συμπεριλαμβανόμενων και των υποδομών τους).
β) Είναι υπεύθυνη για τη διαμόρφωση του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων και την πιστοποίηση των Προγραμμάτων Σπουδών.
γ) Αποφασίζει για την κατανομή της δημόσιας χρηματοδότησης στα Ιδρύματα με βάση δυο κριτήρια: πρώτο το κριτήριο των «εισροών» (βασικά αριθμός φοιτητών και εκτιμώμενο κόστος ανά φοιτητή). Η με βάση τις εισροές χρηματοδότηση πρέπει να αποτελεί το πλείστο (80%) του συνόλου της δημόσιας χρηματοδότησης. Το δεύτερο μέρος της δημόσιας χρηματοδότησης θα βασίζεται στο κριτήριο της «επίδοσης». Η επίδοση των ιδρυμάτων θα κρίνεται με βάση δείκτες αποτελεσμάτων που θα είναι γνωστοί εκ των προτέρων και θα προσαρμόζονται ανάλογα με τις προτεραιότητες της πολιτείας. Η με βάση την επίδοση χρηματοδότηση θα αντιπροσωπεύει περίπου το 20% του συνόλου.
δ) Η Αρχή είναι ο κορυφαίος σύμβουλος της κυβέρνησης στα θέματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σε συνεννόηση με κοινωνικούς φορείς, εισηγείται προς την πολιτεία πάνω σε θέματα στρατηγικής και των γενικών κατευθύνσεων της Ανώτατης Παιδείας με στόχο την καλύτερη εναρμόνιση της τελευταίας με τις ανάγκες της κοινωνίας και οικονομίας .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου