Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

Μη κρατικά πανεπιστήμια, τώρα


του Λεωνίδα Καστανά

H κατάσταση στα εκπαιδευτικά μας πράγματα δεν σώζεται ούτε με ευχολόγια, ούτε με ημίμετρα. Και οι πρυτάνεις να φύγουν από τα Πανεπιστήμια, οι ποικίλες ομάδες συμφερόντων, τα κόμματα της Αριστεράς, οι αδιάφοροι «φοιτητές», οι καθαριστές, η κυβέρνηση όλο κάτι θα σκαρφιστούν για να τα τινάξουν στον αέρα. Τα Συμβούλια Διοίκησης, που με τόσο κόπο εκλέχτηκαν, αμφιβάλλω αν θα καταφέρουν να τα βάλουν σε ρότα καλής λειτουργίας. Είκοσι άνθρωποι, όσο ικανοί και σημαντικοί και αν είναι, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι έχουν κοινή αντίληψη (που δεν έχουν) είναι αδύνατον να τιθασεύσουν όλους αυτούς που είτε από αδιαφορία, είτε από έλλειψη κουλτούρας, είτε από ιδιοτελή συμφέροντα ορμώμενοι συμβάλλουν στην καταστροφή. Το αποτέλεσμα είναι ότι η διδασκαλία και η έρευνα δεν λειτουργούν απρόσκοπτα, ενίοτε δε λειτουργούν καθόλου. Το πανεπιστήμιο και η Πολιτεία δεν κάνουν τίποτα για να προστατεύσουν τους φοιτητές που θέλουν να σπουδάσουν πραγματικά. Πολλά προγράμματα σπουδών είναι αναχρονιστικά, οι χώροι αποκρουστικοί, οι υπηρεσίες τριτοκοσμικές. Οι λιγοστές οάσεις που μεγαλουργούν είτε στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό (πχ λέγε με Πανεπιστήμιο Κρήτης) αξίζουν τριπλά συγχαρητήρια αλλά δεν δικαιώνουν τα δις που ξοδεύονται συνολικά στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Είναι έργο ηρώων αλλά η εκπαίδευση δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο σε ήρωες. Χρειάζεται συλλογική προσπάθεια και εφαρμογή ορθολογικών νόμων, υλικά που απουσιάζουν.

Στη Μέση Εκπαίδευση τα πράγματα είναι ακόμα πιο τραγικά. Το σημερινό Λύκειο απλά δεν υπάρχει. Όλη η λειτουργία του Γενικού Λυκείου είναι προσανατολισμένη στις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Και μετά την πρόσφατη μεταρρύθμιση, οι μαθητές και οι μαθήτριες από την Α έως τη Γ Λυκείου ασχολούνται αποκλειστικά με την προετοιμασία τους για τη «μεγάλη ημέρα», εμπιστευόμενοι αποκλειστικά τα Φροντιστήρια. Τα Επαγγελματικά Λύκεια μοιράζουν απλόχερα «πτυχία ειδικότητας» και «απολυτήρια» σε μαθητές και «μαθητές» που στην πλειοψηφία τους αδυνατούν να κάνουν τις τέσσερις πράξεις χωρίς τη βοήθεια του κινητού τους. Με τις καταλήψεις, τις συνελεύσεις, τις αργίες, τις καθυστερημένες τοποθετήσεις διδασκόντων, τις πολλές χαμένες ώρες και τις πανελλαδικές εξετάσεις, η σχολική χρονιά έχει συρρικνωθεί δραματικά.  Και να θέλει κάποιος να δουλέψει σοβαρά είναι αδύνατον. Η σχολική διαρροή συνεχώς αυξάνεται. Οι οργανικά αναλφάβητοι πολλαπλασιάζονται.

Και όμως το 2011 ξοδεύτηκαν 14.7 δις Ευρώ για εκπαιδευτικές ανάγκες εκ των οποίων τα 5.2 δις από τις τσέπες των πολιτών. Μισό περίπου δις πήγε στα φροντιστήρια. Τελικά στην Ελλάδα είναι αδύνατον να διδαχθείς στο δημόσιο σχολείο Μαθηματικά, Φυσική, Ελληνικά, μια ξένη γλώσσα, ένα μουσικό όργανο, ή τα βασικά μιας τέχνης, ακόμα και να γυμναστείς,  χωρίς να πληρώσεις άμεσα. Σήμερα στη δημόσια εκπαίδευση υπηρετούν 151.386 μόνιμοι εκπαιδευτικοί, 68.666 στην Πρωτοβάθμια και 82.720 στη Δευτεροβάθμια. Τρομακτικός αριθμός, αναλογικά ο μεγαλύτερος στην Ευρώπη. Αλλά εκπαίδευση δεν έχουμε.

Η ελληνική οικογένεια δεινοπαθεί για να στείλει τα παιδιά της στα ΑΕΙ αλλά αυτά είναι συνήθως κλειστά ή λειτουργούν πλημμελώς. Υπάρχουν σχολές  που λόγω ελλείψεως προσωπικού είναι αδύνατον να διαχειριστούν το δυσανάλογο αριθμό των φοιτητών τους. Πέντε διαταραγμένοι μπορούν να βάλουν λουκέτο σε ένα Πολυτεχνείο. Το σύστημα των Εξετάσεων στέλνει χιλιάδες μαθητές σε σχολές που δεν αποτελούν ούτε 5η επιλογή τους. Γράφονται αλλά δεν παρακολουθούν, αφού δεν γουστάρουν. Για μια  λάθος, απάντηση, για λίγα μόρια, χάνουν για πάντα την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν το όνειρό της ζωής τους ή πρέπει να ξενιτευτούν. Την ίδια στιγμή το παράλογο σύστημα επιτρέπει να εισέλθουν στα ΑΕΙ μαθητές με επιδόσεις πολύ κάτω της βάσης του 10. Πως είναι δυνατόν  να προχωρήσουν οι αναλφάβητοι στο πανεπιστήμιο; Το αποτέλεσμα είναι, σε πολλές σχολές, ο μέσος χρόνος απόκτησης πτυχίου να ξεπερνά τα 8 χρόνια.

Όλα αυτά τα απίθανα και όμως Ελληνικά δεν φαίνεται να απασχολούν την Πολιτεία η οποία εξαγγέλλει μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που συνήθως είναι σχεδιασμένες στο πόδι. Που πάντοτε λαμβάνουν υπόψη τους την απασχόληση του προσωπικού και όχι τα σύγχρονα προγράμματα σπουδών που εφαρμόζει όλος ο προηγμένος κόσμος. Αλλά και όταν είναι αξιόλογες, όπως ο Νόμος 4009/11 της Άννας Διαμαντοπούλου συναντούν τη λυσσαλέα  αντίδραση ομάδων συμφερόντων και κομμάτων και ακυρώνονται στην πράξη. Τα Ελληνικά ΑΕΙ λειτουργούν αποκλειστικά για τους εργαζόμενους σε αυτά και τους κομματικούς στρατούς τους. Μέχρι χτες προετοίμαζαν κυρίως κρατικούς υπαλλήλους και πάροχους υπηρεσιών κλειστών επαγγελμάτων. Σήμερα, μέσα την βαθιά και ολοκληρωτική κρίση δείχνουν να τα έχουν χαμένα. Γιατί, αλήθεια, η Ελλάδα χρειάζεται 5 κρατικές αρχιτεκτονικές σχολές;

Μια λύση θα ήταν η στροφή στην τεχνική εκπαίδευση. Συρρίκνωση των κρατικών πανεπιστημίων, μείωση του αριθμού των εισακτέων, και επανίδρυση της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης. Αυτό θα ενίσχυε τη χρηματοδότηση των ΑΕΙ, και θα αναβάθμιζε το διδακτικό προσωπικό τους. Αν μάλιστα έβρισκαν τρόπο να συνδεθούν με τα αναμορφωμένα ερευνητικά κέντρα το αποτέλεσμα θα ήταν πολλαπλά θετικό. Παράλληλα, η στροφή αυτή θα απαιτούσε νέα σύγχρονη σχεδίαση της δευτεροβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης, αξιολόγηση και επιλογή νέων διδασκόντων, σύνδεση των προγραμμάτων με τις ανάγκες της αγοράς, χορηγίες, φίλτρα επιλογής των μαθητών  και αυστηρή αξιολόγησή τους. Αν η Ελλάδα θέλει να αναπτυχθεί χρειάζεται πιστοποιημένο και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό, που δεν το έχει. Δεν θέλει «πτυχιούχους» αλλά καλούς γνώστες του αντικειμένου τους. Και τα σημερινά ΕΠΑΛ και ΙΕΚ μόνο τέτοιους δεν παράγουν.

Ωστόσο κανείς δεν μας εγγυάται ότι οποιαδήποτε αλλαγή στα πανεπιστήμια, όσο ορθολογική και αν είναι έχει ελπίδες να επιβιώσει μέσα στο κλίμα που προαναφέραμε. Και εδώ η λύση είναι, ως συνήθως, το by pass. Αναθεώρηση της διάταξης του άρθρου 16 του Συντάγματος και Ίδρυση μη κρατικών Ελληνόγλωσσων ή Ξενόγλωσσων Πανεπιστημίων. Η μόνη πραγματική μεταρρύθμιση που πρέπει και μπορεί να γίνει άμεσα με ένα άρθρο και ένα νόμο. Μπορούν να ιδρυθούν από τα  Ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια, ή από αυτά του εξωτερικού ως παραρτήματα, από επιχειρηματικούς ομίλους, τράπεζες, νοσοκομεία, επιμελητήρια, ιδρύματα, ευεργέτες, χορηγούς κλπ. Θα προσελκύσουν Έλληνες και ξένους, κυρίως Άραβες και Βαλκάνιους φοιτητές. Θα καταστήσουν την Ελλάδα πνευματικό και ερευνητικό σταυροδρόμι. Θα φέρουν ξένο χρήμα, θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και θα παράγουν πλούτο.  Με τη ζήτηση που υπάρχει στην Ελλάδα για ανώτατη μόρφωση, τη μείωση των μισθών και του κόστους οικοπέδων και κατασκευών τέτοιες επενδύσεις είναι οικονομικά εφικτές. Τα παραδείγματα της Αγγλίας, της Σκοτίας, της Κύπρου, της Τουρκίας ή της Τσεχίας μας είναι γνωστά αφού χιλιάδες ελληνόπουλα σπουδάζουν ήδη εκεί. Αν σήμερα ένας φοιτητής που σπουδάζει σε μια ξένη πόλη χρειάζεται τουλάχιστον 10.000 Ευρώ το χρόνο για αμφίβολης ποιότητας κρατικές  υπηρεσίες δεν βλέπω γιατί να μη διαθέσει το ποσό αυτό για σπουδές σε ένα μη κρατικό ίδρυμα υψηλού επιπέδου.
 
Τα σοβαρά μη κρατικά πανεπιστήμια δεν είναι κερδοσκοπικοί επιχειρηματικοί οργανισμοί. Πουθενά στον κόσμο δεν είναι. Είναι ιδρυματικού χαρακτήρα, μη κερδοσκοπικά, με τη χυδαία έννοια του όρου και αξιοκρατικά. Συνεργάζονται με τα αντίστοιχα κρατικά, τα ερευνητικά κέντρα, τις ιδιωτικές και δημόσιες εταιρίες, προάγουν την έρευνα, την καινοτομία και τη γνώση. Θα απορροφήσουν χιλιάδες Έλληνες επιστήμονες με σπουδές υψηλού επιπέδου και διδακτορικό. Θα βοηθήσουν και τα κρατικά ιδρύματα να βελτιωθούν μέσω  του ανταγωνισμού. Θα απαλλάξουν τα κρατικά από χιλιάδες αιώνιους φοιτητές  που λόγω έλλειψης οριζόντιας κινητικότητας κόλλησαν και τα παράτησαν. Θα θεσμοθετήσουν  υποτροφίες για οικονομικά αδύναμους αλλά ικανότατους μαθητές, αμβλύνοντας τελικά τις ταξικές διαφορές. Έχουμε χρέος να παρέχουμε στην Ελλάδα υψηλού επιπέδου μη κρατικές εκπαιδευτικές υπηρεσίες για όσους το επιθυμούν, παράλληλα με τις κρατικές αντίστοιχου επιπέδου.

Τα  μη κρατικά εκπαιδευτικά ιδρύματα θα βοηθήσουν πολύ και τη Μέση Εκπαίδευση. Χιλιάδες παιδιά που ξέρουν ότι μέσω των πανελλαδικών εξετάσεων είτε δεν θα σπουδάσουν αυτό που επιθυμούν, είτε θα πρέπει να μεταναστεύσουν στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό, θα απαλλαγούν από το άγχος και θα απολαύσουν όπως πρέπει τα μαθητικά τους χρόνια. Το Λύκειο θα αποκτήσει και πάλι τον παιδευτικό του χαρακτήρα. Θα προετοιμάζει τους μαθητές του στις βασικές γνώσεις για να περάσουν ήρεμα στην επόμενη βαθμίδα και όχι για να αντιμετωπίσουν τα καπρίτσια των ιεροεξεταστών του Υπουργείου Παιδείας. Η Ελλάδα επιτέλους θα άρει μια από τις πολλές στρεβλώσεις τις, θα συγχρονίσει το βηματισμό  της με το σύγχρονο κόσμο. Τα μη κρατικά ΑΕΙ θα καθορίσουν τα δικά τους κριτήρια επιλογής των μαθητών, με βάση τις ειδικότητες που διαθέτουν και τα οποία προφανώς θα λαμβάνουν υπόψη τους, όχι τη γνώση στείρων τεχνικών επίλυσης εξωπραγματικών προβλημάτων, αλλά τη γενικότερη συγκρότηση του ατόμου, τα ταλέντα και τις δεξιότητές του. Είναι αυτονόητο ότι τα ιδρύματα αυτά θα υπόκεινται στους διεθνείς κανόνες αξιολόγησης.

Η ανώτατη εκπαίδευση χρειάζεται φρέσκο αέρα και η λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων μπορεί να της τον δώσει. Γιατί θα καταδείξει στην πράξη την παθογόνα δράση των συντεχνιών και θα αναγκάσει την Πολιτεία να προβεί σε συνολικές δραστικές αλλαγές. Γιατί θα αποτελεί  αλλαγή παραδείγματος. Τότε θα φαντάζει τελείως ανάρμοστο οι δημόσιες σχολές να παραμένουν κλειστές Νοέμβρη μήνα. Η κατάληψη θα είναι αδιανόητη και όχι μια φυσιολογική πράξη. Το ελληνικό κρατικό πανεπιστήμιο αναγκαστικά θα συρρικνωθεί όπως του πρέπει. Και αν δεν προσαρμοστεί στη σύγχρονη εποχή δεν θα επιβιώσει. Είναι καιρός να τολμήσουμε μια πραγματική αλλαγή στην ανώτατη εκπαίδευση. Η κοινωνία μας δεν είναι απλά ώριμη. Το απαιτεί.      

 

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2013

Η αλήθεια για τα πανεπιστήμια

Bάσω Κιντή
Tο Πανεπιστήμιο Αθηνών είναι κλειστό επί δύο μήνες. Γιατί; Απεργούν οι διοικητικοί υπάλληλοι. Είναι όμως λογικό να απεργεί ένα μέρος του προσωπικού ενός θεσμού και αυτός να βάζει λουκέτο επί δύο μήνες; Είναι λογικό να απεργούν π.χ., οι γιατροί ενός νοσοκομείου και να πετιούνται έξω οι ασθενείς; Κι όμως αυτό συμβαίνει στο πανεπιστήμιο. Απεργούν οι διοικητικοί υπάλληλοι και πετιούνται έξω οι φοιτητές και οι καθηγητές. Δεν γίνονται μαθήματα, δεν γίνονται εξετάσεις, δεν έχουν εγγραφεί οι πρωτοετείς, δεν μπορούν να εργαστούν και δεν αμείβονται ερευνητές σε διεθνή προγράμματα, δεν μπορούν να πάνε στα γραφεία τους οι καθηγητές. Και ενώ προγραμματισμένες συνεδριάσεις και διεθνή συνέδρια (αν δεν ματαιώνονται) γίνονται εκτός πανεπιστημίου γιατί τα αμφιθέατρα είναι απροσπέλαστα και κλειδαμπαρωμένα για τους ακαδημαϊκούς, αυτά ανοίγουν για να δεχθούν τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά και σωματεία εργαζομένων που ουδεμία σχέση έχουν με το πανεπιστήμιο. [Π.χ., τα σωματεία των εργαζομένων στις εταιρίες Wind και Vodafone, ο Σύλλογος Δανειζομένου Προσωπικού Τραπεζικού Τομέα (ΣΥΔΑΠΤΤ), ο σύλλογος εργαζομένων στην Ethnodata, θα αναδείξουν από κοινού με τους διοικητικούς υπαλλήλους που απεργούν, σε συνέντευξη τύπου, την «αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων που επιβάλει η κυβέρνηση και η τρόικα σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, καταργώντας τη μισθωτή εργασία και μετατρέποντας τους εργαζόμενους σε σκλάβους των εργολαβικών εταιριών.»] Επίσης η Πανεπιστημιούπολη, που είναι κλειστή για την ακαδημαϊκή κοινότητα, ανοίγει «με έγκριση των πρυτανικών αρχών» για να γίνει το Σάββατο 9/11 το «3ο παζάρι προϊόντων Χωρίς Μεσάζοντες από το Δίκτυο Αλληλεγγύης Ζωγράφου»
Στα απαγορευμένα στους φοιτητές και καθηγητές κτίρια κυκλοφορούν επίσης και οι λεγόμενοι ‘αλληλέγγυοι’, πρόσωπα άσχετα με το πανεπιστήμιο, αλλά καθώς φαίνεται σχετικά με πολιτικές νεολαίες, οι οποίοι (και οποίες) συμμετέχουν στην περιφρούρηση και διέκοψαν εξετάσεις που στην αρχή της κρίσης είχε γίνει απόπειρα να διεξαχθούν. Όταν επισημάνθηκε τότε στους ‘αλληλέγγυους’ από τους υπεύθυνους καθηγητές ότι αυτό που κάνουν δεν είναι δημοκρατικό, απάντησαν ευγενέστατα «στ’ αρχ..ια μας» και είπαν ότι περιφρονούν τη δημοκρατία μας και δεν είναι δημοκράτες.
Να σημειώσουμε ότι στο Πανεπιστήμιο Αθηνών δεν υπάρχει αντίστοιχη των διοικητικών απεργία των καθηγητών ούτε αποφάσεις των φοιτητών για καταλήψεις. Μόνο 2-3 σύλλογοι ΔΕΠ, από τους πολλούς του Πανεπιστημίου, αποφάσισαν να απέχουν από τα διδακτικά τους καθήκοντα (δώρον άδωρον αφού τα κτίρια είναι έτσι κι αλλιώς κλειστά) μετά από συνελεύσεις των γνωστών πλέον διαδικασιών. Ενδεικτικά, η απόφαση για αποχή της τελευταίας συνέλευσης των μελών ΔΕΠ της Σχολής Θετικών Επιστημών (με αριθμό μελών ΔΕΠ πάνω από 400 άτομα) που έγινε στις 29/10/2013, ελήφθη με 25 ψήφους υπέρ, 17 κατά, 9 λευκά και 1 αποχή ενώ για να θεωρείται ότι η συνέλευση έχει απαρτία αυτή συνεχίζεται διακεκομμένα ανά εβδομάδα από τον Σεπτέμβριο (ως να είναι η ίδια συνέλευση). Επιπλέον, η διαχείριση της κεντρικής ιστοσελίδας του ΕΚΠΑ και η διακίνηση ηλεκτρονικών μηνυμάτων σε όλο το Πανεπιστήμιο, έχει περάσει από τα υπεύθυνα όργανα, στα χέρια των απεργιακών επιτροπών χωρίς καμία επίσημη αντίδραση. Λάβαμε όλοι, π.χ., πρόσφατα ανυπόγραφη ανακοίνωση των Δυνάμεων του ΠΑΜΕ.
Γιατί όμως γίνεται η απεργία των διοικητικών; Διότι η κυβέρνηση αποφάσισε ότι θα φύγουν 1.349 διοικητικοί υπάλληλοι από 8 ΑΕΙ της χώρας, 498 από τους οποίους από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Πώς το αποφάσισε αυτό η κυβέρνηση; Διά της μεθόδου που απεικονίζεται σε περυσινή γελοιογραφία του Πετρουλάκη.
Οι τρεις αρχηγοί της τότε συγκυβέρνησης, Σαμαράς, Βενιζέλος, Κουβέλης, τραβούν κλήρο για να δουν ποιος θα υποστεί τη φορολογική επιβάρυνση. Το «8» βγάζει με κλειστά μάτια από την κληρωτίδα ο Βενιζέλος. Το «8» είναι τα μπλοκάκια, βρίσκει ο Κουβέλης στα τεφτέρια του. Κάπως έτσι αποφασίστηκε ότι τη συμμετοχή στη διαθεσιμότητα στα ΑΕΙ θα την πληρώσουν οι διοικητικοί υπάλληλοι των συγκεκριμένων πανεπιστημίων.
Η κυβέρνηση είχε υπογράψει από τον προηγούμενο Νοέμβριο τη δέσμευση για διαθεσιμότητα ενός συγκεκριμένου αριθμού υπαλλήλων από το δημόσιο. Σ’ αυτή έπρεπε να συμμετέχει και το Υπουργείο Παιδείας, αφού διαθέτει μεγάλο αριθμό υπαλλήλων. Έγινε η αρχή από τις άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης και δεν μπορούσε, ούτε θα ήταν δίκαιο, να εξαιρεθεί η τριτοβάθμια. Ωστόσο, οι βυζαντινολογίες περί διαθεσιμότητας, κινητικότητας κ.λπ. στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα όλο τον προηγούμενο χρόνο ανέβαλλαν ή και καθησύχαζαν υπουργεία και ενδιαφερόμενους ότι όλα θα παραπεμφθούν, ως συνήθως, στις ελληνικές καλένδες και το μέτρο δεν θα εφαρμοστεί.
Όταν το καλοκαίρι ανέλαβε νέος υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και έφθασε ο κόμπος στο χτένι με την πίεση της τρόικας, ζήτησε το Υπουργείο Παιδείας από τα συγκεκριμένα πανεπιστήμια να αξιολογήσουν τις δομές τους και το προσωπικό με ασφυκτικές προθεσμίες (ως τις 15 Σεπτεμβρίου) ώστε να υλοποιηθεί το μέτρο της διαθεσιμότητας. Τα πανεπιστήμια ανταποκρίθηκαν με τον τρόπο που γνωρίζουν, είτε οι προθεσμίες είναι ασφυκτικές είτε ελαστικές: δεν συνεργάστηκαν. Με την εξαίρεση του Πανεπιστημίου Κρήτης που υπέβαλε μία επεξεργασμένη έκθεση (στην οποία, πάντως, δεν εμφανιζόταν κανείς διοικητικός υπάλληλος να περισσεύει), αρνήθηκαν να κάνουν αξιολόγηση και υποστήριξαν με διάφορες αναλογίες ότι όχι μόνο δεν περισσεύει κανείς, αλλά αντίθετα υπάρχει στα πανεπιστήμια έλλειψη διοικητικών υπαλλήλων. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών π.χ. υποστήριξε ότι με βάση το οργανόγραμμα που έκανε χρειάζεται 600 επιπλέον άτομα.
Τα νούμερα που χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογηθούν τόσο οι θέσεις του υπουργείου όσο και πανεπιστημίων ήταν εν πολλοίς αυθαίρετα και σε ορισμένες περιπτώσεις αντιφατικά. Ο πρύτανης π.χ. του ΕΚΠΑ ανέφερε στην επιστολή του στον πρωθυπουργό (25/9) ότι ο αριθμός των προπτυχιακών φοιτητών του ιδρύματος είναι 107.000, ενώ σε έγγραφό του προς το Υπουργείο Παιδείας (21/8) 46.500. Το δε υπουργείο παρουσίασε εκ των υστέρων, μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, τη μελέτη τεκμηρίωσης για τις αποφάσεις του χωρίς να πείσει για τα κριτήρια που χρησιμοποίησε τόσο για τον προσδιορισμό του αριθμού όσο και των κατηγοριών των υπαλλήλων προς διαθεσιμότητα.
Πανεπιστήμια και διοικητικοί, για να αμφισβητήσουν το υπουργείο, επικαλούνται τις αναλογίες μεταξύ ΔΕΠ και διοικητικού προσωπικού που υπάρχουν στο εξωτερικό, για να δείξουν ότι υστερούμε σημαντικά ξεχνώντας δύο πράγματα:
1. Ότι στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από συγκρίσεις και από το ιδεωδώς σωστό, έχουμε ένα χρεοκοπημένο κράτος. Πολύ απλά δεν υπάρχουν χρήματα για να συντηρείται ο δημόσιος τομέας που είχαμε. Θα ήταν λογικό και δίκαιο να εξαιρεθούν τα πανεπιστήμια, μόνο αυτά, από τις περικοπές που έγιναν εν γένει στο προσωπικό του δημόσιου τομέα;
2. Ότι η κατάσταση στο εξωτερικό είναι πολύ διαφορετική. Π.χ., στη Μ. Βρετανία και στις ΗΠΑ τα πανεπιστήμια έχουν μεγάλους αριθμούς διοικητικών υπαλλήλων διότι παίρνουν χαρακτηριστικά υπερτροφικών εταιρειών και διότι ενδιαφέρονται να προσελκύσουν με ανταγωνιστικό τρόπο φοιτητές και να τους έχουν ικανοποιημένους. Γι’ αυτό υπάρχουν διαμαρτυρίες για το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο και εκφράζονται αντιρρήσεις για την έμφαση που δίνεται στις εξω-ακαδημαϊκές υπηρεσίες προς τους φοιτητές (πολυτελείς φοιτητικές εστίες, χώροι αναψυχής, κ.λπ.), τις οποίες χειρίζονται διοικητικοί υπάλληλοι, εις βάρος της υποστήριξης της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της πρόσληψης μελών ΔΕΠ (βλ. σχετικά το βιβλίο The Fall of the Faculty του Benjamin Ginsberg, Oxford, 2011). Είναι ενδεικτικό ότι, μεταξύ του 1975 και 2005, στις ΗΠΑ η αύξηση του ανώτερου και κατώτερου διοικητικού προσωπικού ήταν 85% και 240% αντίστοιχα, ενώ η αύξηση των μελών ΔΕΠ 51%. Όσοι διαμαρτύρονται για τους κινδύνους του επιχειρηματικού πανεπιστημίου θα πρέπει να ξέρουν ότι ακριβώς η τάση προς το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο αυξάνει τον αριθμό των διοικητικών, καθώς υποβαθμίζει την ακαδημαϊκή διαδικασία και τον ρόλο των καθηγητών.
Το Πανεπιστήμιο Αθηνών υποστήριξε επισήμως το καλοκαίρι ότι αδυνατεί να λειτουργήσει αν χάσει έστω και έναν από τους υπαλλήλους του (αφού άλλωστε του έλειπαν 600). Ωστόσο, με την εκπνοή της προθεσμίας για την απογραφή των διοικητικών δημοσιοποιήθηκε Ανοιχτή Επιστολή μελών έως τώρα της Συγκλήτου (αντιπρυτάνεων, κοσμητόρων, προέδρων τμημάτων) στην οποία ανακαλύπτεται ότι ένας αριθμός 400 περίπου υπαλλήλων διαφόρων κατηγοριών (μεταξύ των οποίων και αυτοί που είναι αδικαιολόγητα απόντες από την υπηρεσία) θα μπορούσε να ενταχθεί κατά προτεραιότητα στο μέτρο της διαθεσιμότητας χωρίς να επηρεαστεί σοβαρά η λειτουργία του πανεπιστημίου. Προκαλεί κατάπληξη το γεγονός ότι δημοσιοποιούνται τώρα, κατόπιν εορτής, τα στοιχεία αυτά τα οποία διακινούνταν ανεπισήμως –και από επίσημα χείλη– όλο το προηγούμενο διάστημα, τότε που οι αποφάσεις της Συγκλήτου, χωρίς κατά κανόνα διαφοροποιήσεις, προέβαλλαν μια διαφορετική εικόνα λέγοντας ότι όλοι οι υπάλληλοι του ΕΚΠΑ, μηδενός εξαιρουμένου, είναι απαραίτητοι.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Είναι απολύτως κατανοητό και σεβαστό οι διοικητικοί υπάλληλοι να απεργούν και να διαμαρτύρονται καθώς ανατρέπεται βάναυσα και, κυρίως αυθαίρετα, η ζωή τους. Αυτό όμως που είναι θλιβερό και προκαλεί αγανάκτηση είναι ότι τη δύσκολη κατάσταση των υπαλλήλων αυτών εκμεταλλεύονται κυνικά ομάδες εντός και εκτός πανεπιστημίου για να προαγάγουν τις δικές τους πολιτικές και προσωπικές στοχεύσεις. Αντί να προστατευθούν, με έγκαιρη αξιολόγηση και σοβαρή διαπραγμάτευση, οι ευσυνείδητοι υπάλληλοι που υποστηρίζουν με τη δουλειά τους το πανεπιστήμιο, θυσιάζονται με τα οριζόντια μέτρα εν ονόματι μιας ακραίας αντιπολιτευτικής γραμμής που φαντασιώνεται, όπως διαδίδεται, την πτώση της κυβέρνησης (ναι, πτώση της κυβέρνησης από απεργία διοικητικών υπαλλήλων 2 ΑΕΙ). Θυσιάζονται οι ευσυνείδητοι υπάλληλοι για να προστατευθούν ακόμη κι αυτοί που, ενώ βαφτίστηκαν, εν μια νυκτί, με τον νόμο Παυλόπουλου, στην αρχή ερευνητές και μετά διοικητικοί υπάλληλοι, στη συνέχεια εμφανίζονται αδικαιολογήτως απόντες από την υπηρεσία, όπως αναγνωρίζουν όσοι υπογράφουν την Ανοιχτή Επιστολή.
Δυστυχώς, για πολλοστή φορά τα τελευταία χρόνια, παρακολουθούμε μια οικτρή μειοψηφία να καταδυναστεύει το πανεπιστήμιο, να κρατά ομήρους χιλιάδες φοιτητές, να καταστρέφει ερευνητικό έργο, να εξευτελίζει δημοκρατικά δικαιώματα και αξίες. Δεν δίστασαν όσοι την αποτελούν να εκμεταλλευτούν ανενδοίαστα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ακόμη και τη λαχτάρα των νεαρών πρωτοετών φοιτητών και φοιτητριών να γνωρίσουν τους πανεπιστημιακούς χώρους στους οποίους τόσο μόχθησαν αυτοί και οι οικογένειές τους να βρεθούν. Με πρόσχημα μια δήθεν υποδοχή που οργάνωσαν απεργούντες σύλλογοι, τους χρησιμοποίησαν ως ακροατήριο-όμηρο για να βγάζουν λόγους. Δεν διστάζουν επίσης να εκμεταλλευτούν για τις πολιτικές στοχεύσεις τους τις φοβίες και τις ανασφάλειες των μελών ΔΕΠ στις δύσκολες εποχές που διανύουμε, διαδίδοντας ασταμάτητα ατεκμηρίωτες φήμες για πογκρόμ διωγμών. Αντιμάχονται, ισχυρίζονται, την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου Πανεπιστημίου αλλά αποκρύπτουν, ή δεν θέλουν, να δουν ότι το πανεπιστήμιο –δημόσια περιουσία και δημόσιος θεσμός–, βρίσκεται ήδη στα χέρια λίγων ιδιωτών, έχει γίνει φέουδο επιμέρους ομάδων, που το μεταχειρίζονται κατά τα δοκούν με πλήρη αδιαφορία για το δημόσιο συμφέρον.
Θύματα όλης της κατάστασης, όπως έχει διαμορφωθεί, δεν είναι μόνο οι ευσυνείδητοι διοικητικοί υπάλληλοι που πραγματικά θίγονται με το μέτρο της διαθεσιμότητας. Είναι οι σοβαροί ακαδημαϊκοί που δεν μπορούν να φθάσουν στα εργαστήρια για να κάνουν την έρευνά τους, είναι οι ερευνητές, έλληνες και ξένοι, που μετέχουν σε ερευνητικά προγράμματα και δεν μπορούν να πληρωθούν (ενώ πληρώνονται όλοι οι υπόλοιποι), είναι διεθνείς ακαδημαϊκές και ερευνητικές συμφωνίες και υποχρεώσεις. Μα πάνω απ’ όλα είναι οι φοιτητές, προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί, που αντιμετωπίζονται ως ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Κινδυνεύει να χαθεί το εξάμηνο και λίγους απασχολεί. Πολλοί καθηγητές κάνουν την έρευνά τους από το σπίτι τους (όταν δεν έχουν ανάγκη εργαστηρίων) ή ασκούν, χωρίς το βάρος της πανεπιστημιακής διδασκαλίας, το επάγγελμά τους από το γραφείο τους. Η μόρφωση των φοιτητών ήταν πάντα υποτιμημένη στο ελληνικό πανεπιστήμιο και τώρα φαίνεται να μην ενδιαφέρει κανέναν. Τι κι αν δεν κάνουν μάθημα οι φοιτητές; Κάποτε θα δώσουν εξετάσεις και κάποτε θα πάρουν το πτυχίο τους. Τι αξία θα έχει όμως αυτό όταν δεν θα αντιστοιχεί σε επί της ουσίας γνώσεις; Πάνε πια οι εποχές που από μόνο του το χαρτί μπορούσε να εξασφαλίσει θέσεις στο ελληνικό δημόσιο. Η ελληνική νεολαία εγκαταλείπεται στη μοίρα της και το ελληνικό πανεπιστήμιο καταρρέει.
Τι μπορεί να γίνει; Δυστυχώς τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Οι αρμοδιότητες των Συμβουλίων που έχουν την ευθύνη να εποπτεύουν τα Ιδρύματα έχουν ξεδοντιαστεί με τις αναθεωρήσεις του νόμου οι οποίες υποστηρίχθηκαν ακριβώς από τις δυνάμεις που θέλουν τα πανεπιστήμια φέουδα. Η μόνη ελπίδα είναι να αντιδράσει η κοινωνία και να κινητοποιηθεί η μεγάλη πλειονότητα πανεπιστημιακών και φοιτητών. Το ακαδημαϊκό και δημοκρατικό ήθος τους μπορεί να διασώσει το πανεπιστήμιο και να περιθωριοποιήσει τις ηχηρές και ανεύθυνες ομάδες που το υπονομεύουν, ενώ δήθεν κόπτονται για την προστασία του.

Κυριακή 11 Αυγούστου 2013

Περίληψη του νομοσχέδιου για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ

Διάρθρωση Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων

1. Η Α΄ Τάξη Γενικού Λυκείου αποτελεί τάξη αποκλειστικά γενικής παιδείας, στην οποία εφαρμόζεται πρόγραμμα μαθημάτων τριάντα πέντε (35) συνολικά ωρών εβδομαδιαίως. Ειδικότερα, εφαρμόζεται εκπαιδευτικό πρόγραμμα τριάντα τριών (33) ωρών εβδομαδιαίως, με εννέα (9) μαθήματα, που είναι κοινό για όλους τους μαθητές και εκπαιδευτικό πρόγραμμα δύο (2) ωρών εβδομαδιαίως που αποτελείται από ένα (1) μάθημα επιλογής το οποίο επιλέγεται μεταξύ τριών μαθημάτων.

Τα μαθήματα του κοινού εκπαιδευτικού προγράμματος και γενικής παιδείας είναι τα εξής :

α) Ελληνική Γλώσσα, εννέα (9) διδακτικών ωρών, με διακριτά διδακτέα αντικείμενα – κλάδους την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία, τη Νέα Ελληνική Γλώσσα και τη Νέα Ελληνική Λογοτεχνία,
β) Μαθηματικά, πέντε (5) ωρών, με διακριτά διδακτέα αντικείμενα – κλάδους την Άλγεβρα και τη Γεωμετρία,
γ) Φυσικές Επιστήμες, έξι (6) ωρών, με διακριτά διδακτέα αντικείμενα – κλάδους τη Φυσική, τη Χημεία και τη Βιολογία,
δ) Θρησκευτικά, δύο (2) ωρών,
ε) Ιστορία, δύο (2) ωρών,
στ) Ξένη Γλώσσα, δύο (2) ωρών, (δεύτερη ξένη γλώσσα Αγγλικά ή Γαλλικά ή Γερμανικά)
ζ) Φυσική Αγωγή, δύο (2) ωρών,
η) Πολιτική Παιδεία, δύο (2) ωρών, με διδακτέα αντικείμενα-κλάδους Οικονομία, Πολιτικοί Θεσμοί & Αρχές Δικαίου και Κοινωνιολογία και
θ) Ερευνητική Εργασία (συνθετική εργασία ή project), δύο (2) ωρών.

Τα μαθήματα επιλογής του εκπαιδευτικού προγράμματος είναι τα εξής :
α) Εφαρμογές Πληροφορικής, δύο (2) ωρών,
β) Τεχνολογία και Διαχείριση Φυσικών Πόρων, δύο (2) ωρών και
γ) Έκφραση-Πολιτισμός και Ευρωπαϊκός Πολιτισμός, δύο (2) ωρών.

2. Στη Β΄ Τάξη Γενικού Λυκείου εφαρμόζεται πρόγραμμα μαθημάτων που περιλαμβάνει μαθήματα γενικής παιδείας τριάντα (30) συνολικά διδακτικών ωρών εβδομαδιαίως και δύο (2) Ομάδες Μαθημάτων Προσανατολισμού, Ανθρωπιστικών και Θετικών Σπουδών, πέντε (5) συνολικά διδακτικών ωρών εβδομαδιαίως έκαστη ομάδα, όπου οι μαθητές καλούνται να επιλέξουν.
Τα μαθήματα του κοινού εκπαιδευτικού προγράμματος και γενικής παιδείας είναι τα εξής :

α) Ελληνική Γλώσσα, έξι (6) διδακτικών ωρών, με διακριτά διδακτέα αντικείμενα – κλάδους την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία, τη Νέα Ελληνική Γλώσσα και τη Νέα Ελληνική Λογοτεχνία,
β) Μαθηματικά, πέντε (5) ωρών, με διακριτά διδακτέα αντικείμενα – κλάδους την Άλγεβρα και τη Γεωμετρία,
γ) Φυσικές Επιστήμες, έξι (6) ωρών, με διακριτά διδακτέα αντικείμενα – κλάδους τη Φυσική, τη Χημεία και τη Βιολογία,
δ) Θρησκευτικά, δύο (2) ωρών,
ε) Ιστορία, δύο (2) ωρών,
στ) Ξένη Γλώσσα, δύο (2) ωρών, (δεύτερη ξένη γλώσσα Αγγλικά ή Γαλλικά ή Γερμανικά)
ζ) Φυσική Αγωγή, μια (1) ωρών,
η) Πολιτική Παιδεία, δύο (2) ωρών, με διακριτά διδακτέα αντικείμενα-κλάδους Οικονομία, Πολιτικοί Θεσμοί & Αρχές Δικαίου και Κοινωνιολογία και
θ) Ερευνητική Εργασία (συνθετική εργασία ή project), δύο (2) ωρών,
ι) Φιλοσοφία, δύο (2) ωρών.


Τα μαθήματα της Ομάδας Προσανατολισμού των Ανθρωπιστικών Σπουδών είναι :
α)Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία, τριών (3) ωρών και
β)Λατινικά, δύο (2) ωρών.

Τα μαθήματα της Ομάδας Προσανατολισμού των Θετικών Σπουδών είναι :
α)Φυσική, τριών (3) ωρών και
β)Μαθηματικά, δύο (2) ωρών.

3. Στη Γ΄ Τάξη Γενικού Λυκείου εφαρμόζεται πρόγραμμα μαθημάτων που περιλαμβάνει μαθήματα γενικής παιδείας δώδεκα (12) συνολικά διδακτικών ωρών εβδομαδιαίως και τρεις (3) Ομάδες Μαθημάτων Προσανατολισμού, των Ανθρωπιστικών, των Θετικών και των Οικονομικών-Πολιτικών-Κοινωνικών Σπουδών, είκοσι (20) συνολικά διδακτικών ωρών εβδομαδιαίως έκαστη ομάδα, όπου οι μαθητές καλούνται να επιλέξουν.

Τα μαθήματα του κοινού εκπαιδευτικού προγράμματος και γενικής παιδείας είναι τα εξής :

α) Νέα Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία, έξι (6) διδακτικών ωρών, με διακριτά διδακτέα αντικείμενα – κλάδους τη Νέα Ελληνική Γλώσσα και τη Λογοτεχνία,
β) Θρησκευτικά, μιας (1) ώρα,
γ) Ιστορία, δύο (2) ωρών,
δ) Ξένη Γλώσσα, δύο (2) ωρών (Αγγλικά ή δεύτερη ξένη γλώσσα Γαλλικά ή Γερμανικά) και
ε) Φυσική Αγωγή, μιας (1) ώρας.

Τα μαθήματα της Ομάδας Προσανατολισμού των Ανθρωπιστικών Σπουδών είναι :
α)Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία, έντεκα (11) ωρών,
β)Λατινικά, τριών (3) ωρών
γ) Ιστορία, έξι (6) ωρών.

Τα μαθήματα της Ομάδας Προσανατολισμού των Θετικών Σπουδών είναι :
α)Φυσική, έξι (6) ωρών,
β)Μαθηματικά, οκτώ (8) ωρών, ή Βιολογία οκτώ (8) ωρών
γ) Χημεία, έξι (6) ωρών

Τα μαθήματα της Ομάδας Προσανατολισμού των Οικονομικών-Πολιτικών-Κοινωνικών Σπουδών είναι :
α)Μαθηματικά και Στοιχεία Στατιστικής, οκτώ (8) ωρών,
β) Οικονομία & Διοίκηση , έξι (6) ωρών, ενώ όσοι επιλέγουν Παιδαγωγικά Τμήματα, Αρχές Φυσικών Επιστημών έξι (6) ωρών.
γ) Στοιχεία Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών έξι (6) ωρών, ενώ όσοι επιλέγουν Παιδαγωγικά Τμήματα, Ιστορία έξι (6) ωρών.

Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Για το ΝΕΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ

του Λεωνίδα Καστανά

Η δευτεροβάθμια Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση (ΤΕΕ)  βρίσκεται σήμερα σε πλήρη ανυποληψία. Και όμως τα Επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑΛ) και οι επαγγελματικές σχολές (ΕΠΑΣ) θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια λύση στην ανεργία των νέων της χώρας  και να συμβάλλουν στην ανάπτυξη και την έξοδο από την βαθιά κρίση.  Αρκεί να καταφέρουν να εκπληρώσουν σε κάποιο βαθμό τους λόγους για τους οποίους ιδρύθηκαν. Δηλαδή να παρέχουν αξιόπιστα επαγγελματικά εφόδια και πραγματικές γνώσεις γενικής παιδείας.

Μερικά δεδομένα

1. Η ΤΕΕ παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια αισθητή μείωση μαθητών (τριών). Από 160.000 μαθητές το 2002-03 σε 108.000 το 2008-09. Σήμερα πρέπει να έχει κατέβει ΄κάτω από τις 90.000.
2. Το ποσοστό των αποφοίτων του Γυμνασίου που επιλέγουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στα ΕΠΑΛ είναι 25% , ενώ στα ΓΕΛ 75%. Αντίθετα στις χώρες της ΕΕ τα ποσοστά είναι αντίστροφα. Από αυτούς το 14% επιλέγει τις ΕΠΑΣ που δεν οδηγούν στα ΑΕΙ, δεν διδάσκουν γενικά μαθήματα και  δεν δίνουν απολυτήριο λυκείου.
3. Οι διεθνείς στατιστικές προβλέπουν, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου, αισθητή αύξηση στη ζήτηση νέων με μεσαία προσόντα  (τεχνολόγοι, τεχνικοί βοηθοί, υπάλληλοι γραφείου).

Τα χαρακτηριστικά του μαθητικού δυναμικού της ΤΕE:

1. Την ΤΕΕ στη χώρα μας την  επιλέγουν μαθητές με μαθησιακά προβλήματα, με ελλείψεις σε στοιχειώδεις γνώσεις γλώσσας και μαθηματικών, με κακές επιδόσεις στο Γυμνάσιο ( γενικός βαθμός απολυτηρίου γυμνασίου έως 13), ή αδυναμία να περάσουν με επιτυχία την Α λυκείου των ΓΕΛ. Οι ελλείψεις που μεταφέρουν οι μαθητές από το Γυμνάσιο είναι καθοριστικές για τη συνέχεια των σπουδών τους.

2. Την ΤΕΕ επιλέγουν κυρίως παιδιά από φτωχές οικογένειες, μετανάστες, ή παιδιά με οικογενειακά προβλήματα. Η ανάγκη να εργαστούν άμεσα και η αδυναμία να πληρώσουν τα φροντιστήρια παίζουν καθοριστικό ρόλο στην επιλογή τους. Η οικονομική κατάσταση αλλά και το μορφωτικό επίπεδο των οικογενειών τους δεν επιτρέπει να έχουν φροντιστηριακή βοήθεια στο Γυμνάσιο. Οι καθοριστικές αδυναμίες του αναλυτικού προγράμματος του Γυμνασίου (πολλά και εκτεταμένα αντικείμενα, χωρίς συγκεκριμένες και κατάλληλες στοχεύσεις) αδικούν πρώτα και κύρια τους αδύναμους και απροστάτευτους μαθητές (τριες).

3. Στην ΤΕΕ παρατηρείται διαρροή μαθητών σε ποσοστό 23% προς την ανειδίκευτη εργασία ( γκαρσόνια, πωλητές κλπ) με αρνητικές συνέπειες για τη μετέπειτα ζωή τους. Το αντίστοιχο ποσοστό στα ΓΕΛ κυμαίνεται στο 3%.

4. Οι μαθητές της ΤΕΕ παρουσιάζουν αυξημένα ποσοστά νεανικής παραβατικότητας και αντικοινωνικής συμπεριφοράς, σε σχέση με τους μαθητές των ΓΕΛ.

5. Στα σημερινά ΕΠΑΛ οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν Απολυτήριο Λυκείου ισότιμο με αυτό του ΓΕΛ και πτυχίο ειδικότητας ( επιπέδου Β σύμφωνα με την οδηγία 36/2005 που ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με το ΠΔ 38/2010) μετά από ενδοσχολικές εξετάσεις. Οι εξετάσεις  και τα αποτελέσματα είναι τελείως αναξιόπιστα.

6. Ένα 25% των μαθητών της ΤΕΕ  που επιτυγχάνει στα ΑΕΙ (Ανώτατα ΤΕχνολογικά Ιδρύματα) αντιμετωπίζει σημαντικές δυσκολίες στο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των σχολών αυτών και εγκαταλείπει, λόγω μεγάλων ελλείψεων στα Μαθηματικά, τη Φυσική, τη Χημεία. Αντιθέτως οι απόφοιτοι της ΤΕΕ τα καταφέρνουν πολύ καλύτερα στα εργαστήρια των ΑΕΙ λόγω της μαθητείας τους στα αντίστοιχα εργαστήρια των ΕΠΑΛ.

Τα χαρακτηριστικά του συστήματος σπουδών

1. Το πρόγραμμα των ΕΠΑΛ περιλαμβάνει διδασκαλία μαθημάτων Γενικής Παιδείας και μαθήματα ειδικότητας. Δεν υπάρχει πρακτική πτυχιακή άσκηση κατά τη διάρκεια των σπουδών. Δεν πραγματοποιούνται πλέον ούτε συστηματικές επισκέψεις σε πραγματικούς χώρους εργασίας.

2. Η ύλη των γενικών μαθημάτων είναι υψηλού επιπέδου για τις δυνατότητες αυτών των μαθητών, είναι επιπέδου ΓΕΛ και διδάσκονται από βιβλία του ΓΕΛ. Οι παρεχόμενες γνώσεις  είναι συχνά τελείως άσχετες με τις αντίστοιχες ειδικότητες και συναντούν τη δικαιολογημένη αδιαφορία των μαθητών. Η βεβαιότητα ότι στο τέλος της Γ λυκείου θα πάρουν, σε ποσοστό 99%, Απολυτήριο και Πτυχίο μαζί με τις εγγενείς αδυναμίες τους κάνει τους μαθητές(τριες) ιδιαίτερα αδιάφορους για τα μαθήματα αυτά.

3. Τα θεωρητικά μαθήματα ( πχ ηλεκτροτεχνία, θερμοδυναμική, ψηφιακά ηλεκτρονικά)  που υποστηρίζουν τα μαθήματα ειδικότητας είναι σχεδόν σε επίπεδο Πολυτεχνείου, αδύνατο να προσεγγιστούν ακόμα και από όσους προσπαθούν. Τα βιβλία είναι συνήθως κακή συρραφή από αντίστοιχα του Πολυτεχνείου και αδυνατούν να προσφέρουν ουσιαστική βοήθεια. Ακόμα και τα βιβλία των εργαστηρίων πρέπει να εκλαϊκευτούν από τους διδάσκοντες για να γίνουν κατανοητά.
4. Τα εργαστηριακά κέντρα (ΣΕΚ)  των αστικών κέντρων είναι επαρκώς εξοπλισμένα , κάτι που δεν συμβαίνει με τα αντίστοιχα της επαρχίας. Ωστόσο λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων και των συνεχώς αυξανόμενων αναγκών της αγοράς χρειάζονται επικαιροποίηση κάτι που σήμερα δεν είναι εύκολο λόγω ελλείψεως χρημάτων.

Το εκπαιδευτικό προσωπικό

Στα ΕΠΑΛ διδάσκουν:
Καθηγητές πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (ΠΕ) που διδάσκουν τα μαθήματα γενικής παιδείας, τα θεωρητικά των τεχνικών μαθημάτων και κάποιοι και τα εργαστηριακά μαθήματα. Είναι πολύ καλά καταρτισμένοι και ικανοί να βγάλουν εις πέρας την αποστολή τους.
«Καθηγητές» τεχνικής εκπαίδευσης (ΤΕ) οι οποίοι είναι απόφοιτοι τεχνικών σχολών (ΤΕΣ) ή τεχνικών λυκείων, άλλων εποχών, δηλαδή έχουν πτυχίο αντίστοιχο με αυτό που θέλουν να πάρουν οι μαθητές τους. Η πλειοψηφία τους δεν έχει επαρκή ή και καθόλου παιδαγωγική κατάρτιση. Έχουν εγκαταλείψει συνήθως εδώ και πολλά χρόνια το επάγγελμα που έκαναν στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα και δεν έχουν ούτε τις γνώσεις, αλλά ούτε και τη δυνατότητα να διδάξουν. Αξίζει να σημειωθεί ότι εδώ και πολλά χρόνια έχει διακοπεί οποιοδήποτε πρόγραμμα μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης αυτής της κατηγορίας εκπαιδευτικών.

Αυτή τη στιγμή υπάρχουν δύο σημαντικά αντικίνητρα που αποτρέπουν οποιονδήποτε επαγγελματία να εισέλθει στο χώρο της εκπαίδευσης: δεν αναγνωρίζεται μισθολογικά η προϋπηρεσία του και δεν επιτρέπεται η παράλληλη απασχόλησή του στον ιδιωτικό τομέα.
Οι καθηγητές τεχνολογικής εκπαίδευσης θα πρέπει, αφενός να αμείβονται για τις γνώσεις τους και αφετέρου να μπορούν να διατηρούν την επαφή τους με την αγορά και τις εξελίξεις. Εννοείται βέβαια πως απαραίτητη προϋπόθεση για να διδάσκουν θα πρέπει να είναι η αξιολόγηση, τόσο των επιστημονικών όσο και των παιδαγωγικών τους ικανοτήτων.

Από τα στοιχεία που προαναφέραμε βγαίνουν αβίαστα κάποια συμπεράσματα:

Α. Την ΤΕΕ επιλέγουν κατά κύριο λόγο μαθητές και μαθήτριες «χαμηλών δυνατοτήτων», που δεν μπορούν να παρακολουθήσουν το ΓΕΛ και να εισαχθούν στα ΑΕΙ. Μαθητές από φτωχά λαϊκά στρώματα και μετανάστες που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να παρακολουθήσουν φροντιστήρια και να στηριχθούν οικονομικά ώστε να συνεχίσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μαθητές και μαθήτριες που δεν έχουν λιγότερο μυαλό, αλλά επιλέγουν εκούσια ή ακούσια να αποκτήσουν επαγγελματικά εφόδια ώστε να βγουν άμεσα στην αγορά εργασίας.
Β. Το σύστημα σπουδών στα ΕΠΑΛ χαρίζει στην κυριολεξία τίτλους σε μαθητές και μαθήτριες. Τόσο το Απολυτήριο Λυκείου, όσο και το Πτυχίο Ειδικότητας λαμβάνονται μετά από εξετάσεις στο σχολείο τους με βαθμολόγηση από τους διδάσκοντες οι οποίες είναι σχεδόν προσχηματικές και τελείως αναξιόπιστες. Ακόμα και η ανεπαρκής παρακολούθηση  ( πολλές απουσίες) συχνά δεν είναι πρόβλημα. Αυτό το καθεστώς έχει παγιωθεί συνολικά στη ΜΕ και είναι αποτέλεσμα των επιλογών όλου του πολιτικού συστήματος. Τα ΕΠΑΛ θεωρούνται από το Σύστημα ως parking παιδιών ενός κατώτερου θεού. Το ίδιο το Σύστημα έχει απαξιώσει τις σπουδές και τους τίτλους που παρέχει. Στην ουσία βγάζει ανειδίκευτους εργάτες. Τα παιδιά το γνωρίζουν αυτό και δεν έχουν κανένα κίνητρο να ασχοληθούν σοβαρά, να παρακολουθήσουν τις σπουδές, να προσπαθήσουν αφού είναι σίγουρα ότι αν αντέξουν τρία χρόνια στα σχολεία αυτά στο τέλος θα πάρουν τα «χαρτιά» και θα φύγουν. Το ζήτημα είναι ότι μετά δεν έχουν να πάνε πουθενά γιατί είναι τελείως άοπλα.

Τι θα μπορούσε να γίνει:

Είναι σαφές ότι η ΤΕΕ είναι πολύτιμη γιατί μπορεί να οδηγήσει στην αγορά εργασίας. Είναι ακόμα σαφέστερο ότι κάποια παιδιά δεν θέλουν ή δεν μπορούν να αποκτήσουν ένα πραγματικό απολυτήριο λυκείου, ή τεχνικές γνώσεις υψηλού επιπέδου. Για τα παιδιά αυτά υπάρχουν οι επαγγελματικές σχολές (ΕΠΑΣ), οι σχολές μαθητείας του ΟΑΕΔ και διαφόρων Υπουργείων, οι οποίες μπορούν να τους δώσουν επαγγελματικά εφόδια. Όλες αυτές οι διάσπαρτες Τεχνικές Σχολές πρέπει να ενοποιηθούν υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εργασίας, να εκσυγχρονιστούν και να αναμορφώσουν τα προγράμματα σπουδών τους. Είναι απαραίτητο να συζητήσουμε και πάλι, υπό το πνεύμα των σημερινών αναγκών και των τεχνολογικών εξελίξεων, ποιες τεχνικές ειδικότητες θα καλύπτουν τα ΕΠΑΛ και ποιες οι Σχολές Μαθητείας καθώς και το είδος των επαγγελματικών προσόντων που δίνουν.
  
Με δεδομένο ότι άμεσα θα ακολουθήσουν και άλλα σχέδια «ΑΘΗΝΑ» η στρόφιγγα που οδηγεί στα ΑΕΙ θα κλείσει ακόμα περισσότερο. Η χώρα δεν έχει ανάγκη τον αριθμό των επιστημόνων που παράγει, αλλά δεν έχει και την οικονομική δυνατότητα να συντηρεί 384 πανεπιστημιακά τμήματα με χιλιάδες φοιτητές πολλοί από τους οποίους στην πραγματικότητα δεν φοιτούν.
Συνεπώς, αναμένεται μια υποχρεωτική στροφή προς την ΤΕΕ. Αν μάλιστα οριστεί ένα αυξημένο ποσοστό εισαγωγής στην τριτοβάθμια τεχνολογική εκπαίδευση (ΑΕΙ) από τα ΕΠΑΛ αυτό θα ενισχύσει το ρεύμα των αποφοίτων του Γυμνασίου προς αυτά.

Θα πρέπει όμως τα ΕΠΑΛ να είναι έτοιμα να τους υποδεχθούν. Πως;

1. Με αναμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων τους και των σχολικών βιβλίων έτσι ώστε να είναι κατανοητά από τους μαθητές, αλλά και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Τα μαθήματα γενικής παιδείας θα πρέπει να προσαρμοστούν στο είδος του σχολείου. Τα Αγγλικά πρέπει να στραφούν προς την τεχνική ορολογία. Οι Φυσικές Επιστήμες και τα Μαθηματικά να προσαρμοστούν ανάλογα ώστε να δίνουν τη δυνατότητα στους μαθητές να συνεχίσουν στα ΑΕΙ αλλά και να καλύψουν θεωρητικά τις τεχνικές τους γνώσεις. Εδώ το σύστημα PISA θα μπορούσε να είναι μια λύση.

2. Με επικαιροποίηση των εργαστηριακών τους ασκήσεων, του εξοπλισμού και των υλικών που χρησιμοποιούν. Η έλλειψη των οικονομικών πόρων είναι ευκαιρία να οδηγήσει στη θεσμοθέτηση των χορηγιών στα τεχνικά σχολεία. Είναι μια πρακτική που ισχύει σε όλες τις αναπτυγμένες τεχνολογικά  χώρες. Επιτέλους να «εισέλθουν» οι τεχνικές εταιρίες και οι μεγάλες επιχειρήσεις στα ΕΠΑΛ, να συνεισφέρουν με εργαστηριακά υλικά και μεθόδους διδασκαλίας,  να δώσουν τεχνογνωσία, να βοηθήσουν στα προγράμματα επιμόρφωσης των καθηγητών.  Η ζεύξη των ΕΠΑΛ με την Αγορά θα δώσει λύση και στο πρόβλημα της Πρακτικής Άσκησης, πράγμα απαραίτητο για την αξιόπιστη και ουσιαστική εκπαίδευση των μαθητών.

3. Με αλλαγή στο διοικητικό σύστημα των σχολείων. Τα ΕΠΑΛ μαζί με τα ΣΕΚ είναι μεγάλοι εκπαιδευτικοί οργανισμοί, με τεράστιες ευθύνες, φρικτή γραφειοκρατία και «δύσκολα παιδιά». Είναι ανάγκη να διοικούνται από Σχολικά Συμβούλια στα οποία θα συμμετέχουν ο διευθυντής, οι υποδιευθυντές, εκπρόσωποι των καθηγητών των βασικών ειδικοτήτων, εκπρόσωποι των χορηγών, των γονέων, του Δήμου. Η γραφειοκρατία πρέπει να μειωθεί δραστικά γιατί είναι εμπόδιο στο εκπαιδευτικό έργο.  Δεν είναι δυνατόν οι καθηγητές να ασχολούνται με τις άδειες παραμονής των μεταναστών, με τη μετάφραση των ονομάτων τους στην Ελληνική, με την εγκυρότητα των πιστοποιητικών που αυτοί προσκομίζουν προκειμένου να εγγραφούν στο σχολείο. Ακόμα θα πρέπει να δοθεί ένα τέλος στην αθλιότητα της «δικαιολόγησης» των απουσιών. Να καθοριστεί ένα όριο (πχ 100 απουσίες) το οποίο και να τηρείται. Οι απουσίες κάθε μιας ημέρας να καταγράφονται σε ένα κεντρικό  διαδικτυακό σύστημα και να κλειδώνουν. Να μην υπάρχουν δικαιολογημένες ή αδικαιολόγητες απουσίες. Φυσικά και θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα για ειδικές περιπτώσεις νοσηλείας σε νοσοκομείο κλπ.

4. Με ψυχολογική υποστήριξη των μαθητών. Στα ΕΠΑΛ, ο αριθμός των «δύσκολων παιδιών» των μαθητών με μύρια τόσα οικογενειακά, οικονομικά, ψυχολογικά και άλλα προβλήματα  είναι ιδιαίτερα αυξημένος. Κάποιοι καθηγητές χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις, χωρίς «τεχνική υποστήριξη» αναλαμβάνουν να παίξουν το ρόλο του ψυχολόγου, του ειδικού. Δεν τα καταφέρνουν πάντοτε παρόλη την αυταπάρνηση που δείχνουν. Χρειάζονται βοήθεια από τους ειδικούς. Η εφηβική παραβατικότητα, η χρήση ουσιών κλπ είναι φαινόμενα συχνά που απαξιώνουν την τεχνική εκπαίδευση και δεν της αξίζει. Οι μαθητές και οι μαθήτριές της προσβλέπουν σε ένα σχολείο που θα τους βοηθήσει να αλλάξουν τις συνθήκες ζωής τους και θα τους εντάξει ισχυρούς στην κοινωνία και στην αγορά εργασίας. Η πολιτεία πρέπει να τους στηρίξει έμπρακτα.

5. Mε πολιτιστικές δραστηριότητας.  Η εμπειρία έχει δείξει ότι τα project, η κοινωνική εργασία, οι παντός είδους πολιτιστικές εκδηλώσεις ( χορός, θέατρο, μουσική), οι συζητήσεις γύρω από επίκαιρα θέματα (οικονομία, ναρκωτικά , σχέσεις δύο φύλων κλπ) ο επαγγελματικός προσανατολισμός βοηθούν σε μεγάλο βαθμό τους μαθητές και τις μαθήτριες να κοινωνικοποιηθούν, τονώνουν την αυτοεκτίμησή τους, βελτιώνουν τις σχέσεις τους τόσο μεταξύ τους όσο και με το σχολείο. Οι δραστηριότητες αυτές πρέπει να ενταχθούν μέσα στο πρόγραμμα. Για τα παιδιά της ΤΤΕ έχουν αξία μεγαλύτερη από το κλασσικό αναλυτικό πρόγραμμα.

 6. Με αξιοπιστία των τίτλων. Προτείνουμε το Εθνικό Απολυτήριο Επαγγελματικού Λυκείου. Θα λαμβάνεται με πανελλαδικές εξετάσεις μετά το τέλος της Γ λυκείου και θα είναι ισότιμο με το αντίστοιχο του Γενικού Λυκείου. Θα αποτελεί το βασικό κριτήριο πρόσβασης στα ΑΕΙ. Οι μαθητές θα εξετάζονται σε 6 μαθήματα, 3 Γενικής Παιδείας ( Γλώσσα, Μαθηματικά, Φυσικές Επιστήμες ή Διοίκηση Επιχειρήσεων) και 3 Θεωρητικά Μαθήματα Ειδικότητας, ανάλογα με αυτήν.  Και μόνο το μέτρο αυτό θα φέρει άλλο μαθητικό δυναμικό υψηλότερου επιπέδου και μεγαλύτερου βαθμού θέλησης προς τα ΕΠΑΛ. Και ταυτόχρονα θα στείλει προς τις Επαγγελματικές Σχολές όσους και όσες δεν θέλουν να αποκτήσουν γνώσεις Γενικής Παιδείας.

Τα ΕΠΑΛ θα δίνουν και Πτυχίο Ειδικότητας (επιπέδου 4 σ’υμφωνα με το νέο σύστημα προσόντων) μετά από εξετάσεις που θα διενεργούνται σε Νομαρχιακό Επίπεδο. Οι εξετάσεις θα είναι σε εργαστηριακά και θεωρητικά μαθήματα ειδικότητας ( εκτός αυτών που εξετάζονται για την απόκτηση του Εθνικού Απολυτηρίου). Οι εξεταστικές επιτροπές θα στελεχώνονται από καθηγητές ΜΕ που δεν θα διδάσκουν όμως τους εξεταζόμενους, από καθηγητές των ΑΕΙ και μέλη των αντίστοιχων Τεχνικών και Επαγγελματικών Επιμελητηρίων. Το μέτρο αυτό θα δώσει αξιοπιστία και πραγματικά επαγγελματικά εφόδια στους απόφοιτους των ΕΠΑΛ.

7. Με θεσμοθέτηση του 4ου έτους δηλαδή τμημάτων Ειδίκευσης Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. (Ε.Τ.Ε.Ε.).  Στα τμήματα αυτά θα έχουν δικαίωμα εγγραφής χωρίς εξετάσεις οι απόφοιτοι των ΕΠΑΛ ή οι κάτοχοι άλλων ισότιμων τίτλων σπουδών, σε αντίστοιχη ειδικότητα.
 Η φοίτηση στα τμήματα Ε.Τ.Ε.Ε. θα διαρκεί ένα έτος και η παρακολούθηση των μαθημάτων θα είναι υποχρεωτική.
Σκοπός των τμημάτων Ε.Τ.Ε.Ε. είναι η παροχή προχωρημένων θεωρητικών γνώσεων και δεξιοτήτων που ολοκληρώνουν την εκπαίδευση σε μία ειδικότητα και εξασφαλίζουν επαγγελματική επάρκεια και αυτοτέλεια στους αποφοίτους τους.
Τα τμήματα Ε.Τ.Ε.Ε. είναι ενταγμένα στη λειτουργική και διοικητική δομή του Λυκείου. Χρησιμοποιούνται οι ίδιες υλικοτεχνικές υποδομές και το υπάρχον εκπαιδευτικό και βοηθητικό προσωπικό. Η εργαστηριακή εκπαίδευση παρέχεται από το οικείο Σ.Ε.Κ. ή τα υπάρχοντα Σ.Ε.
Οι απόφοιτοι των τμημάτων Ε.Τ.Ε.Ε. θα μπορούν να συμμετέχουν σε εξετάσεις πιστοποίησης, σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο για απόκτηση Πτυχίου και Πιστοποίηση επιπέδου προσόντων 5 σύμφωνα  με το νέο εθνικό σύστημα προσόντων. Οι ερωτήσεις πιστοποίησης θα προέρχονται από τράπεζα θεμάτων. Οι εξετάσεις θα περιλαμβάνουν θεωρητικό και πρακτικό μέρος.

Επίλογος

Η λύση στο εκπαιδευτικό πρόβλημα της χώρας σε δευτεροβάθμιο επίπεδο δεν είναι ούτε τα δήθεν οργανογράμματα, ούτε τα πολυδαίδαλα συστήματα πρόσβασης στα ΑΕΙ. Είναι η ουσία της εκπαίδευσης. Τα αναλυτικά προγράμματα, οι μέθοδοι διδασκαλίας, η αξιολόγηση των μαθητών, η πειθαρχία, το σύστημα διοίκησης. Καθηγητές να τα υποστηρίξουν υπάρχουν και πολλοί και ικανοί και διαθέσιμοι. Υλικά και υποδομές υπάρχουν και μπορούν με λίγα χρήματα και χορηγίες να βελτιωθούν. Απλά, τα παιδιά μας θα πρέπει να καταλάβουν ότι υπάρχουν κανόνες, που τηρούνται μέχρι κεραίας για δικό τους όφελος. Τα παιδιά των ΕΠΑΛ είναι στην πλειοψηφία τους πανέξυπνα. Οι δυσκολίες της ζωής τα έχουν από πολύ νωρίς χαλυβδώσει. Το σχολείο πρέπει να τους δείξει έμπρακτα ότι νοιάζεται γι αυτά. Και αυτό γίνεται μόνο αν είναι αξιόπιστο σε ότι παρέχει. Το απαίσιο Πολιτικό Σύστημα χρόνια τώρα ασελγεί εις βάρος τους. Ήρθε η ώρα να εξιλεωθεί παρέχοντας πραγματική τεχνολογική και επαγγελματική εκπαίδευση.   Μπορεί να το κάνει. Αρκεί να απομακρύνει τις βδέλλες που ρουφούν το αίμα των πολιτών αυτής της χώρας. Τους εκατοντάδες άσχετους που κυκλοφορούν στους διαδρόμους των υπουργείων και νομοθετούν εις βάρος τους. Η υπόθεση της μεταρρύθμισης της ΤΕΕ δεν μπορεί να είναι υπόθεση αδιαφανών επιτροπών που απαρτίζονται και από απλούς απόφοιτους τεχνικών σχολών.  Απαιτούνται νέα αναλυτικά προγράμματα, νέα σχολικά βιβλία, αναδιάρθρωση των τομέων, των ειδικοτήτων και των αναθέσεων διδασκαλίας, αποσαφήνιση των διαφορών ΕΠΑΣ και ΕΠΑΛ. Για όλα αυτά θα πρέπει να συσταθεί στο Υπουργείο μια Γραμματεία Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και μια ομάδα ΕΙΔΙΚΩΝ που θα συζητήσουν μοντέλα και άλλων τεχνολογικά προηγμένων χωρών και θα διαμορφώσουν ένα νέο οδικό χάρτη.

Σάββατο 30 Μαρτίου 2013

ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (Κριτική και Προτάσεις),


 του Ευθύμη Δημόπουλου

 Αν συγκρίνουμε την πορεία των τριών βαθμίδων της ελληνικής εκπαίδευσης την εικοσαετία 1990 – 2010, δύσκολα θα αρνηθούμε ότι αυτή που έχει διανύσει τη μεγαλύτερη απόσταση, αυτή που προχώρησε περισσότερο είναι η πρωτοβάθμια.
Πράγματι, στο διάστημα αυτό στο χώρο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και του Δημοτικού Σχολείου σημειώθηκαν σημαντικές αλλαγές με ανανεωτικό χαρακτήρα. Το διδακτικό δυναμικό εμπλουτίστηκε με μια γενιά αποφοίτων Πανεπιστημιακών Παιδαγωγικών Σχολών αλλά και με εκπαιδευτικούς διαφόρων ειδικοτήτων (μουσικοί, θεατρολόγοι, εικαστικοί, εκπαιδευτικοί ξένων γλωσσών). Η παλαιότερη γενιά των πτυχιούχων διετών Παιδαγωγικών Σχολών επιμορφώθηκε ενώ άλμα πραγματοποίησε η παραγωγή παιδαγωγικής βιβλιογραφίας που αριθμεί πλέον εκατοντάδες νέους τίτλους.  Οι δάσκαλοι αναγνωρίζονται πια ως επιστήμονες και όχι ως οι πληβείοι της εκπαίδευσης.
Καθιερώθηκε και εδραιώθηκε ο θεσμός του ολοήμερου σχολείου, νέα και καλύτερα βιβλία εισήχθησαν στα αναλυτικά προγράμματα, οι δάσκαλοι πειραματίστηκαν με νέες διδακτικές μεθόδους και τεχνικές. Τάξεις υποδοχής και ένταξης μεταναστευτικού μαθητικού πληθυσμού δημιουργήθηκαν, η υλικοτεχνική υποδομή βελτιώθηκε σημαντικά. Στο πλαίσιο των ανανεωτικών αλλαγών εντάσσονται επίσης τόσο το πρόσφατο νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας για τα Πρότυπα – Πειραματικά όσο και η εγκύκλιος για τις συνενώσεις σχολείων χάρη στην οποία μπαίνει τέλος σε μια εκπαιδευτική στρέβλωση πολλών δεκαετιών (βλέπε μονοθέσια και διθέσια δημοτικά σχολεία).  
Ωστόσο, δεν πρέπει να εθελοτυφλούμε. Το Δημοτικό σχολείο αντιμετωπίζει σοβαρές δυσλειτουργίες και η ανταπόκρισή του στις δομικές μεταβολές των μεθόδων αναζήτησης της γνώσης βραδυπορεί. Επιπλέον, νέα προβλήματα αναδύθηκαν και ορισμένα από αυτά μάλιστα έχουν αποκτήσει ήδη επείγοντα χαρακτήρα. Ο συνδικαλισμός συνεχίζει να τραυματίζει το έργο της εκπαίδευσης, καθηλωμένος σε μια λογική στείρου αρνητισμού. Η επίσημη εκπαιδευτική πολιτική βασισμένη στα πελατειακά δίκτυα του κομματισμού αδρανεί ή βερμπαλίζει ρητορικά (αποδίδοντας χαρακτήρα μεσιανικό στις αλλαγές που εισηγείται) αντί να πράττει και να εφαρμόζει. Οι σύλλογοι διδασκόντων παγιδεύονται στη δημοσιοϋπαλληλική μιζέρια της διευθέτησης των καθιερωμένων και αφυδατώνονται.
Ας επιχειρήσουμε να εστιάσουμε σε αυτά τα προβλήματα, αναζητώντας παράλληλα προτάσεις για την αντιμετώπισή τους και την ανανέωση της σχολικής ζωής.