Παναγιώτης Γκλαβίνης από την Πανεπιστημιακή Συμπαράταξη ΑΠΘ
Η νέα ακαδημαϊκή χρονιά θάναι κρίσιμη τόσο για το Πανεπιστήμιο, όσο και για τη χώρα. Ποτέ δεν ξεχωρίσαμε τα τελευταία χρόνια την τύχη της χώρας από την κατάσταση της ανώτατης παιδείας. Κι αυτό για δυο λόγους: πρώτον, διότι είμαστε μέρος του δημόσιου τομέα, που κυρίως ευθύνεται για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, και δεύτερον, διότι η κοινωνία περιμένει από μας αφενός να τη βοηθήσουμε να κατανοήσει τι της συμβαίνει με τις γνώσεις μας, αφετέρου να της δείξουμε την έξοδο από την κρίση που βιώνει με το παράδειγμά μας.
Τα ερωτήματα που τίθενται, λοιπόν, στον καθένα από μας ατομικά και σε όλους εμάς συλλογικά είναι αμείλικτα: τι κάναμε για να βγάλουμε το Πανεπιστήμιο από την κρίση και να δώσουμε και το παράδειγμα στην υπόλοιπη κοινωνία ν’ ακολουθήσει; Τι κάναμε στα του οίκου μας, τον οποίο αυτοδιοικούμε, προκειμένου να τον αλλάξουμε, ώστε να βοηθήσουμε και τη χώρα ν’ αλλάξει;
«Έκαμες αυτό που σου μπιστεύτηκα; Δώσε λογαριασμό!»
Εμείς στο πλαίσιο αυτό, πιστοί στη μικρή ιστορία της παράταξής μας και στους λόγους ύπαρξής της, στηρίξαμε τη μεταρρύθμιση του νόμου 4009. Και το κάναμε για όλους τους λόγους που επισημάναμε αναλυτικά εδώ. Και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε, παρά το γεγονός ότι οι πρόσφατες τροποποιήσεις του νόμου-πλαισίου στερούν από την πανεπιστημιακή κοινότητα την πρωτοβουλία αναδιάρθρωσης του δημόσιου πανεπιστημιακού τομέα της χώρας. Και θα το κάνουμε γιατί έχουμε συνείδηση της κρισιμότητας της κατάστασης στην οποία βρίσκεται η χώρα, που δίνει μάχη για την επιβίωσή της εντός της Ευρωπαϊκής οικογένειας.
Σε αναζήτηση παραδείγματος
Πιστεύουμε ακράδαντα πως το Πανεπιστήμιο είναι ο χώρος όπου θα κερδηθεί ή θα χαθεί η μάχη αυτή. Κανένας άλλος χώρος δεν πέρασε από την εξέγερση λόγω της κρίσης στην αντίδραση απέναντι στην κρίση. Μόνο στα Πανεπιστήμια είχαμε κινήσεις συλλογικής αντίδρασης στην κρίση. Σε όλους τους άλλους χώρους της κοινωνίας και της οικονομίας, όταν δεν κυριαρχεί η εξέγερση, επικρατεί η ακινησία που συντηρεί την ύφεση και επιτείνει την κατάρρευση. Πουθενά αλλού οι μεταρρυθμιστικές δυνάμεις της χώρας δεν αναδείχθηκαν και δε συσπειρώθηκαν σε τέτοιο βαθμό γύρω από ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση ενός τμήματος του δημόσιου τομέα, τόσο κρίσιμου μάλιστα για το μέλλον της χώρας, όπως στο Πανεπιστήμιο.
Επί του παρόντος, οι δυνάμεις αυτές έχουν ηττηθεί εξ αιτίας της συνδρομής πέντε αιτίων:
1. Της απουσίας μιας στρατηγικής μετάβασης ενσωματωμένης στο νόμο 4009.
2. Της ατολμίας της δικαιοσύνης και της δημόσιας τάξης να επιβάλλουν το νόμο.
3. Της ακινησίας και της παθητικής συμμετοχής μεγάλου μέρους της καθηγητικής κοινότητας.
4. Της υπονόμευσης της εφαρμογής του νόμου από τις πρυτανικές αρχές.
5. Της άσκησης ωμής και απροκάλυπτης βίας από τις δυνάμεις της αντίδρασης που κρατούν εδώ και χρόνια όμηρο το ελληνικό πανεπιστήμιο.
Ακύρωση παραδείγματος;
Η νέα κυβερνητική συνεργασία ήρθε να νομιμοποιήσει τα αποτελέσματα που άφησε πίσω της η δυναμική παρεμπόδιση υλοποίησης της μεταρρύθμισης, αναλαμβάνοντας μια πρωτοβουλία, η οποία -σε καιρούς διαρθρωτικών αλλαγών- δε θέτει μόνον ένα σημαντικό θέμα πολιτικής, εν προκειμένω αντιμεταρρυθμιστικής κατεύθυνσης, όπως έχουμε τεκμηριωμένα (και αδιαμφισβήτητα) επισημάνει, αλλά κι ένα μείζον θέμα ηθικής τάξης, στο μέτρο που από τη βία επετράπη τελικά να προκύψει δίκαιο! Γνωρίζαμε πως οι μεταρρυθμιστικές αντοχές της νέας Κυβέρνησης θα δοκιμάζονταν πρώτα στα Πανεπιστήμια, με αφορμή την αναμενόμενη νομοθετική παρέμβαση για τη διευκόλυνση εφαρμογής του ν. 4009 μετά τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις, που πήγαν πίσω και την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Και το είχαμε εγκαίρως επισημάνει. Δεν περιμέναμε, όμως, και μάλιστα από δυνάμεις που θέλουν να λέγονται και αριστερές καιμεταρρυθμιστικές, να επισφραγίσουν τις συνέπειες της βίας και εν τέλει να τις νομιμοποιήσουν σε τέτοιο βαθμό, παράγοντας από τη βία δίκαιο στην παρθενική τους νομοθετική πρωτοβουλία! Τι να περιμένουμε, άραγε, στη συνέχεια;
Για την κρατούσα δεξιά κυβερνητική παράταξη, τα Πανεπιστήμια ήσαν ανέκαθεν ένας χώρος αριστερής κυριαρχίας. Στα Πανεπιστήμια οφείλεις να τοποθετείσαι αριστερά, και ήδη αντιμνημονιακά, ακόμη κι όταν δεν είσαι αριστερός. Σήμερα, ένας δεξιός Υπουργός (καθιστάμενος σοφότερος από την τύχη της προκατόχου του, που αναμείχθηκε ως μη όφειλε στην αντιδικία ποιος κυβερνά αυτό το Πανεπιστήμιο) επέλεξε, κατά τρόπο μακιαβελικό θα λέγαμε, να αφήσει τις αριστερές δυνάμεις να λύσουν τις διαφορές τους στον κυρίαρχο χώρο τους, με άλλα λόγια να συνεχίσουν να τον κατασπαράσσουν όπως το πράττουν εδώ και τριάντα χρόνια, κρατώντας, όμως, για τον εαυτό του τα κρίσιμα για τη διάσωση της χώρας εργαλεία συρρίκνωσης του μη βιώσιμου δημόσιου τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης. Θέλουμε να πιστεύουμε πως δε θα μπει και στον πειρασμό να ασκήσει παλαιοκομματική πελατειακή πολιτική με την ευκαιρία των καταργήσεων και συγχωνεύσεων κρίσιμων για τις τοπικές κοινωνίες εκπαιδευτικών μονάδων. Τίποτε δεν προδικάζουμε, αλλά τα σημάδια δεν είναι καλά. Φαίνεται πως κέρδισαν όλοι τους, παίρνοντας ο καθένας το κατιτίς του, έχασε, όμως, η ανώτατη εκπαίδευση. Κι αν έχανε μόνο αυτή, θάταν λίγο το κακό. Έχασε και η χώρα, που ακόμη ψάχνει το παράδειγμα που θα τη βγάλει από την κρίση.
Αυτό το παράδειγμα, λοιπόν, εμείς είμαστε αποφασισμένοι να μην της το στερήσουμε. Και γι’ αυτό θα αγωνιστούμε και τη χρονιά που έρχεται, αξιοποιώντας όποιες μεταρρυθμιστικές ευκαιρίες εξακολουθεί να μας παρέχει η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στο βαθμό που διασώθηκε. Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν βλέπουμε πού αλλού, σε ποιον άλλο χώρο δηλαδή, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν οι συνθήκες εκείνες, που θα επέτρεπαν να υλοποιηθεί ένα μεταρρυθμιστικό success story, υπόδειγμα εξόδου και της υπόλοιπης κοινωνίας από την κρίση. Διότι μόνον από 'δω μέσα μπορεί και πρέπει να ξεκινήσει η βιώσιμη αναδιάρθρωση της χώρας.
Αυτό το παράδειγμα, λοιπόν, εμείς είμαστε αποφασισμένοι να μην της το στερήσουμε. Και γι’ αυτό θα αγωνιστούμε και τη χρονιά που έρχεται, αξιοποιώντας όποιες μεταρρυθμιστικές ευκαιρίες εξακολουθεί να μας παρέχει η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στο βαθμό που διασώθηκε. Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν βλέπουμε πού αλλού, σε ποιον άλλο χώρο δηλαδή, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν οι συνθήκες εκείνες, που θα επέτρεπαν να υλοποιηθεί ένα μεταρρυθμιστικό success story, υπόδειγμα εξόδου και της υπόλοιπης κοινωνίας από την κρίση. Διότι μόνον από 'δω μέσα μπορεί και πρέπει να ξεκινήσει η βιώσιμη αναδιάρθρωση της χώρας.