του Λεωνίδα Καστανά
Αν υπάρχει μια
κόκκινη κλωστή που διαπερνάει όλες τις αλλαγές, που πρόλαβε να κάνει η
παρούσα κυβέρνηση στα της Παιδείας Θέματα, είναι αυτή της καταστροφής. Ο
νομοθέτης θέλει να ακυρώσει την όποια εκπαιδευτική διαδικασία. Δεν θέλει να
κάνει μεταρρυθμίσεις σύμφωνα με την δική του πολιτική άποψη. Αναζητά τις
ανοικτές πληγές του εκπαιδευτικού μας συστήματος και χώνει το ιδεολογικό
μαχαίρι, ώστε να το ξεκάνει. Σε κάθε πολιτικό σύστημα, σε κάθε πολιτισμένη
χώρα, σε κάθε φάση της νεωτερικής εποχής η εκπαίδευση θέτει στόχους, αξιολογεί
το αποτέλεσμα, συνομιλεί με το παραγωγικό μοντέλο, επικοινωνεί με τον υπόλοιπο
κόσμο. Η κάθε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση
είναι προϊόν ευρύτερης διαβούλευσης και αναζητά πλατιές και βαθιές
συναινέσεις.
Οι πρόσφατες
προσπάθειες αλλαγής απλά στοχεύουν στην απορύθμιση. Με σχέδιο, ιδεολογική ταυτότητα και εμμονή. Γι αυτό και γίνονται στα
κλεφτά. Αποτελούν ένα είδος σοκ, την επιστημολογική τομή (που έλεγε και ο Αλτουσέρ)
που θα σπάσει το ιδεολογικό συνεχές και θα συνεγείρει τα κοινωνικά υποκείμενα
ώστε να αρνηθούν τη δομή της υπακοής βασικό
στοιχείο της Εκπαίδευσης ως Ιδεολογικού
Μηχανισμού του Κράτους. Σύμφωνα με τη
θεωρία των ΙΜΚ η ηγεμονεύουσα
ιδεολογία μεταγγίζεται στους νέους μέσω της εκπαίδευσης και διαμορφώνει
σκλάβους. Η Αστική Παιδεία και τα μυθεύματα της πρέπει να υπονομευθεί μιας και
αναπαράγει την ιδεολογία του αστισμού
και συντηρεί τις ταξικές διαφορές. Οι
αξίες της Παραγωγής, της Αγοράς, της τεχνοκρατίας, της βασικής έρευνας, της
αυταξίας της γνώσης, πρέπει σταδιακά να
απονομιμοποιηθούν και εν τέλει να λειώσουν μέσα στο καμίνι της ταξικής πάλης.
Πάνω σε αυτές τις
αρχές στηρίζεται και ο νομοθέτης για να αρχίσει δειλά την αποδόμηση της ήδη
προβληματικής ελληνικής εκπαίδευσης. Γι αυτό και δεν προτείνει τίποτα δικό του,
τίποτα καινούργιο. Απλώς κάνει κριτική στις όποιες μεταρρυθμίσεις έγιναν σχετικά
πρόσφατα, επαναφέροντας το παλιό που δοκιμάστηκε επί 30 χρόνια και απέτυχε.
Ας δούμε τις σημαντικότερες αλλαγές στην Ανώτατη και τη Μέση Εκπαίδευση και ας ψηλαφίσουμε το ιδεολογικό πρόσημο που αυτές φέρουν.
Είναι σαφές ότι η Παιδεία δέχεται
Ιδεολογική Επίθεση.
Ανώτατη εκπαίδευση
1. «Αιώνιοι φοιτητές»
Η επαναφορά των «αιώνιων φοιτητών» και η δυνατότητα διακοπής
των σπουδών για όσο διάστημα και όποτε ο καθένας επιθυμεί, μετατρέπει τη
φοίτηση σε χαλαρή και αποσπασματική. Η εξουσία ωθεί τον φοιτητή στο να μην
παίρνει στα σοβαρά τις σπουδές του και να μη σέβεται την προσπάθεια που κάνει η
πολιτεία αλλά και η οικογένειά του προκειμένου αυτός να αποκτήσει πανεπιστημιακά
εφόδια. Μέσω αυτής της παρελκυστικής τακτικής, ο φοιτητής αποκόπτεται από το
αντικείμενο, αδυνατεί να παρακολουθήσει τις επιστημονικές ή εκπαιδευτικές
εξελίξεις, χάνει την επαφή και στο τέλος διακόπτει για πάντα. Μέχρι τότε έχει
προσπαθήσει να παπαγαλίσει, να αντιγράψει ή έχει ζητήσει επιείκεια, μπας και
σώσει την παρτίδα. Εκ των 139.175 λιμναζόντων στα ΑΕΙ και 39283 στα ΑΤΕΙ μόνο
οι 10.167 και οι 13359 αντιστοίχως έδειξαν κάποιο ενδιαφέρον τα δύο τελευταία
χρόνια για τις σπουδές τους συμμετέχοντας σε κάποια εξέταση.
Συνεπώς, η επαναφορά του δικαιώματος της αιωνιότητας
«διαφθείρει» και οδηγεί μαθηματικά σε λιγότερους άξιους πτυχιούχους. Οι
λιμνάζοντες όμως είναι μια καλή δεξαμενή υποψηφίων αγωνιστών.
2. Κατάργηση της
ηλεκτρονικής ψηφοφορίας
Η ηλεκτρονική ψηφοφορία κατηγορήθηκε για τεχνοφασιμό,
ακριβώς επειδή έδινε τη δυνατότητα σε όλα τα μέλη του ΔΕΠ να εκλέξουν
δημοκρατικά τα όργανα διοίκησης των πανεπιστημίων απ όπου και αν βρίσκονταν ενώ
ταυτόχρονα εμπόδιζε τους «αντιφρονούντες» να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα. Η
κατάργηση δίνει το δικαίωμα σε ισχνές μειοψηφίες να ελέγχουν τα όργανα στο
μέτρο που πολλοί πανεπιστημιακοί δεν
επιθυμούν να συμμετάσχουν στις συνελεύσεις. Τους επιτρέπει να εκφοβίζουν όποιους δεν γουστάρουν και να
τους εμποδίζουν την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος. Ενίοτε να παίρνουν και
την κάλπη. Αυτά δεν είναι υποθέσεις, είναι γεγονότα που έζησαν τα ΑΕΙ τα
τελευταία 30 χρόνια.
Ο νομοθέτης φαίνεται ότι δεν επιθυμεί τη μαζική συμμετοχή των καθηγητών
στην εκλογική διαδικασία για την
ανάδειξη των καλύτερων στη διοίκηση των Ιδρυμάτων. Ίσως γιατί οι χειρότεροι και
κομματικά εξαρτώμενοι είναι πιο εύκολο να τα καταστρέψουν.
3. Η επαναφορά
διοικητικών και φοιτητών στις εκλογές
των οργάνων Διοίκησης.
Φαίνεται ως δημοκρατικό μέτρο αλλά δεν είναι. Είναι μέτρο
υπονόμευσης των θεσμών. Ειδικά όταν η ψήφος τους έχει σημαντικό βάρος στην
εκλογή των Πρυτανικών Αρχών. Φοιτητικές παρατάξεις και συνδικάτα διοικητικών
συναλλάσσονται με τους υποψηφίους για την ικανοποίηση των συντεχνιακών τους αιτημάτων.
Οι συνδικαλιστικές παρατάξεις, κακέκτυπα του πολιτικού συστήματος, διεκδικούν
διευκολύνσεις και προνόμια, ανοχή στις καταλήψεις, πρόσθετες εξεταστικές
περιόδους, ευκολότερο πτυχίο. Αντί ο παιδαγωγός να «άγει τους παίδας» άγεται
από αυτούς. Τελείως λογικό για τα ελληνικά δεδομένα αλλά καταστρεπτικό για την
ποιότητα των σπουδών και την αξιοπιστία των εκδιδόμενων τίτλων.
Το πανεπιστήμιο είναι ιδανικός χώρος για να στρατολογηθεί η ελίτ
της ελληνικής κομματοκρατίας. Παρέχει συνθήκες εργαστηρίου, όπου λίγες δεκάδες
ακτιβιστές μπορούν να επηρεάσουν την καθημερινότητα χιλιάδων, να φορέσουν
ιδεολογικό μανδύα και να προσποιηθούν ότι εκφράζουν κάποιο κοινωνικό κίνημα
προωθώντας τα συμφέροντα μειοψηφιών. Έναν τέτοιο μανδύα φορά και ο νομοθέτης.
4. Κατάργηση των Συμβουλίων Διοίκησης.
Τα Συμβούλια Διοιήκησης εξασφάλιζαν το δημοκρατικό
αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ και λειτουργούν σε τουλάχιστον 800 ΑΕΙ της Ευρώπης. Κυρίως
επόπτευαν τις πρυτανικές αρχές πράγμα που δεν μπορούσε να κάνει η Σύγκλητος
λόγω του μεγάλου μεγέθους, της μη εξειδίκευσης και της εξάρτησής από τις πρυτανικές αρχές. Το σημαντικότερο,
επέλεγαν εξωτερικά μέλη, ξένους και
Έλληνες της διασποράς, πανεπιστημιακούς διεθνούς φήμης που ήρθαν ανιδιοτελώς να
βοηθήσουν στην αναδιάρθρωση του ελληνικού πανεπιστημίου. Αυτούς κυρίως στοχεύει
η απορύθμιση. Γιατί συνέδεαν τα ελληνικά ΑΕΙ με τον υπόλοιπο κόσμο, έφερναν τις
διεθνείς πρακτικές και καινοτομίες στα καθ΄ημάς, έδιναν ένα Δυτικό αέρα στη
χειμαζόμενη πολιτιστικά και επιστημονικά Ελλάδα.
Η κλειστότητα της ελληνικής κοινωνίας είναι ο στόχος του νομοθέτη. Έτσι
θα μπορούμε να τρώμε τις σάρκες μας αναπαράγοντας την εθνική μας μοναξιά, μέχρι
την ολοκληρωτική ανατροπή του συστήματος. Την ολοκληρωτική καταστροφή.
5. Κατάργηση αγγλόφωνων τμημάτων
Τα προπτυχιακά Αγγλόφωνα τμήματα (κλασσικές σπουδές και
διοίκηση τουριστικών) που ιδρύθηκαν το 2014 με απόφαση του υπουργού Λοβέρδου
είναι αυτοχρηματοδοτούμενα και έμελλε να προσελκύσουν φοιτητές από την
Αυστραλία, την Κίνα, τη Ρωσία, τον Καναδά και τη Μέση Ανατολή. Θα λειτουργούσαν
ως πρεσβευτές του ελληνικού πολιτισμού. Εδώ ο νομοθέτης κλείνει την πόρτα στους ξένους
φοιτητές που θα ήθελαν να σπουδάσουν στην Ελλάδα και φυσικά και στα χρήματά
τους. Προφανώς γιατί θεωρεί ότι τα αγγλόφωνα τμήματα είναι προανάκρουσμα της
ίδρυσης ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων. Αλλά και γιατί η λειτουργία
τους, εκ των πραγμάτων σύγχρονη και αξιόπιστη, θα αποτελέσει αλλαγή
παραδείγματος. Η παρουσία ξένων φοιτητών θα προκαλέσει συγκρίσεις, θα συμβάλει
στην επικοινωνία με τον «έξω κόσμο», θα λειτουργήσει ευεργετικά για τον πολιτισμό
μας.
Η απομόνωση είναι και εδώ η
επιδίωξη του νομοθέτη. Μόνο που η απομόνωση από τον πολιτισμένο κόσμο προωθεί
τον ήδη αναπτυγμένο αυτισμό μας, άρα και την αυτοκαταστροφή.
6. Αξιοποίηση της Περιουσίας των ΑΕΙ
Καταργείται η πρόβλεψη του νόμου 4009/2011 για ένα ΝΠΙΔ με
επαγγελματική διοίκηση που θα αξιοποιεί την περιουσία των Ιδρυμάτων. Η
χρηματοδότηση των ΑΕΙ μέσω της εξασφάλισης πόρων με δικά τους μέσα, με διαφανή
και μη πελατειακό τρόπο προφανώς και θα ενίσχυε την εκπαιδευτική αποστολή τους.
Σύμφωνα με την ιδεολογία του νομοθέτη κάτι τέτοιο οδηγεί δήθεν στο
πανεπιστήμιο της αγοράς. Απλά οδηγεί σε ένα
σύγχρονο και καλύτερα εξοπλισμένο Ίδρυμα και αυτό θα ενισχύει το ρόλο του ως Ιδεολογικό Μηχανισμό
του Αστικού κράτους. Προφανώς και πρέπει να εμποδιστεί.
7. Πανεπιστημιακό Άσυλο
Το πανεπιστημιακό άσυλο μένει ως έχει στον προηγούμενο νόμο.
Όπως όμως έδειξαν τα γεγονότα με την κατάληψη των κεντρικών του ΕΚΠΑ, η
προστασία του είναι αποκλειστικά θέμα της Αστυνομίας η οποία είναι ελεγχόμενη
από την κεντρική διοίκηση και ως εκ τούτου ρυθμίζεται από την ιδεολογία και την
πολιτική βούληση των εκάστοτε κυβερνώντων. Ούτως ή άλλως ο όρος δεν
αντιπροσωπεύει απολύτως τίποτα.
Αν οι καταλήψεις (γιατί αυτές συνιστούν σήμερα παραβίαση του ασύλου) προάγουν τους ταξικούς
αγώνες και εμποδίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία είναι ευπρόσδεκτες και
προστατεύονται.
Μέση Εκπαίδευση
8. Επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων
Η «καινοτομία» εδώ είναι η συμμετοχή του Συλλόγου των
καθηγητών του σχολείου κατά 33% στη μοριοδότηση του υποψηφίου διευθυντή. Μαζί
και με την προϋπηρεσία, που θα την έχουν όλοι, ο Σύλλογος βγάζει τον
διευθυντή. Με αυτόν τον τρόπο ο νέος
διευθυντής είναι ένας παλιός καθηγητής που ξέρει πρόσωπα και πράγματα, κυρίως
πρόσωπα. Ο υποψήφιος δεν εξετάζεται σε γνώσεις διοικητικής νομοθεσίας. Προφανώς
γιατί του επιφυλάσσουν το ρόλο του διεκπεραιωτή των κυβερνητικών ντιρεκτίβων. Τα
αντικειμενικά κριτήρια υποβαθμίζονται και η συνέντευξη καταργείται. Φυσικά και
η τελευταία αποτελούσε, διαχρονικά, αντικείμενο διακομματικής συναλλαγής. Αλλά
θα μπορούσε η επιλογή να γίνεται από κάποια ανεξάρτητη αρχή ή από κάποια
επιστημονική επιτροπή και όχι από τα ΠΥΣΔΕ. Η επιλογή στελεχών μεγάλων
πολυεθνικών εταιριών στηρίζεται κυρίως στη συνέντευξη. Ο Σύλλογος δεν αποτελεί
ενιαίο σώμα και δεν έχει τα επιστημονικά και κοινώς αποδεκτά μέσα για να κρίνει
ορθά και σε όφελος του δημόσιου συμφέροντος. Θα κρίνει με βάση φιλίες,
πολιτικές προτιμήσεις και ιδιοτέλειες. Είναι πρωτάκουστο οι δημόσιοι λειτουργοί
να επιλέγουν τον προϊστάμενό τους. Με ποιο κύρος ο διευθυντής θα ελέγχει τους
υφιστάμενους;
Και εδώ ο στόχος του νομοθέτη είναι διαλυτικός. Ένα σχολείο που ο κάθε
δάσκαλος κάνει ότι θέλει και ο διευθυντής δεν έχει κανένα θεσμικό κύρος, είναι
ένα χειρότερο σχολείο. Αν αυτό συνδυαστεί με την κατάργηση της αξιολόγησης οδηγούμεθα
σε ένα σχολείο χωρίς πραγματική ιεραρχία και ατομική ευθύνη.
9. Αξιολόγηση διδασκόντων και δομών
Η κατάργηση κάθε εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης είναι
αυτονόητη στο μέτρο που αποτέλεσε αιχμή της αντιπολιτευτικής δράσης του
κυβερνώντος κόμματος τα προηγούμενα χρόνια. ¨Όμως, η αξιολόγηση της
εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι διεθνής πρακτική και έχει κριθεί απαραίτητη για
τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών. Είναι γνωστό ότι το μόνο που δεν
συζητείται στα ελληνικά δημόσια σχολεία είναι η ποιότητα της διδασκαλίας και
των δομών του συστήματος. Ποτέ μα ποτέ δεν επιχειρούνται έρευνες, απολογισμοί,
κρίσεις και διορθώσεις. Γι αυτό εξάλλου γιγαντώνεται η εξωσχολική εκπαίδευση.
Ο νομοθέτης δεν θέλει ένα
σχολείο αυτογνωσίας, ετεροπαρατήρησης και αυτοβελτίωσης. Δεν θέλει να μετρήσει
και να ρυθμίσει με τρόπο επιστημονικό. Τα αφήνει όλα στον πατριωτισμό των
διδασκόντων, στην εκ των ενόντων δράση, στην πατέντα. Επιδιώκει απλά τον
γρηγορότερο μαρασμό της ήδη αναιμικής Μέσης Εκπαίδευσης.
10. Παράταση του
σχολικού έτους λόγω καταλήψεων
Το κυβερνών κόμμα αλλά και η συνδικαλιστική νομενκλατούρα
στήριξαν ανέχτηκαν ή και καθοδήγησαν στο παρελθόν τις εποχιακές καταλήψεις των
σχολείων από ισχνές μειοψηφίες μαθητών που συνήθως ήθελαν τις φθινοπωρινές
διακοπές τους. Το μόνο που θα μπορούσε να αναχαιτίσει αυτή τη μάστιγα ήταν η
υπόθεση της παράτασης της σχολικής χρονιάς, μέσο όχι τιμωρητικό, αλλά απλά
αναγκαίο για την σωστή ολοκλήρωση της διδασκόμενης ύλης. Η αναπλήρωση μέσω των
μονοήμερων αργιών ή των σχολικών εκδρομών που εφαρμόστηκε τα προηγούμενα χρόνια
απεδείχθη φενάκη. Η συρρίκνωση του πραγματικού διδακτικού χρόνου (κάτω από 160
μέρες το χρόνο) είναι η βασική αιτία της αδυναμίας του σχολείου να εκτελέσει το
πρόγραμμά του.
Ο νομοθέτης όμως ενδιαφέρεται για λιγότερο σχολείο και περισσότερη
δήθεν επανάσταση. Αντικειμενικά προτρέπει σε καταλήψεις. Ούτως ή άλλως η
Παιδεία μέσα στα Λύκεια έχει εδώ και χρόνια, υποβαθμιστεί δραματικά. Καταλήψεις
χωρίς συνέπειες, απλά κάνουν τη ζωή όλων, μαθητών και καθηγητών, πιο
άνετη.
11. Κατάργηση της Τράπεζας
Θεμάτων
Η επιλογή των θεμάτων των ενδοσχολικών εξετάσεων των Λυκείων
μέσω της τυχαίας κλήρωσης από Τράπεζα Θεμάτων είχε στόχο να κάνει το Λύκειο
στοιχειωδώς αξιόπιστο. Να αναγκάζει τον δάσκαλο να ολοκληρώνει την ύλη και το
μαθητή να μελετά όλα τα μαθήματα, αφού έχανε τη δυνατότητα να γράφει σχεδόν επί
γνωστών θεμάτων. Να θέτει κοινά κριτήρια για το επίπεδο των γνώσεων που
απέκτησε ο κάθε μαθητής στο τέλος της χρονιάς, σε κάθε μάθημα. Άλλος σκοπός
ήταν να εισαγάγει τη συμμετοχή του
βαθμού του Λυκείου στην επιλογή των νέων φοιτητών. Πέρα από ένα δώρο στους
συνδικαλιστές και στους διδάσκοντες, η ακύρωση της Τράπεζας και η επαναφορά των
κανόνων βαθμολογίας στο παλιό αστείο μοντέλο αποτελούν στοιχεία ιδεολογικής
επίθεσης.
Αν υπήρχε πιθανότητα κάποιοι να διαβάσουν και να μάθουν κάτι από τα
διδασκόμενα αντικείμενα, αυτή εξανεμίζεται. Το Λύκειο εξαφανίζεται από σχολική
μονάδα και μετατρέπεται σε έναν τυπικό προθάλαμο των ΑΕΙ, όπως ήταν παλιά. Τι απομένει; Τα Φροντιστήρια να πάρουν όλη
την ευθύνη πάνω τους. Αμ δε.
12. Ιδιωτικά σχολεία και Φροντιστήρια
Μοιάζει να ρώτησαν
«που γίνεται σωστή σχολική δουλειά» και να πήραν την απάντηση «στα Ιδιωτικά και τα Φροντιστήρια». «Γιατί;» ρώτησαν
και πάλι. «Διότι τα μεν Ιδιωτικά κάνουν ενισχυτική διδασκαλία στους μαθητές
τους μετά τις 2μμ και τα Φροντιστήρια
λειτουργούν μέσα στις διακοπές, τις αργίες και τις Κυριακές. Το
αποτέλεσμα είναι να απαγορευτούν τέτοιες κακές δραστηριότητες. Δεν εξετάζουμε
τον αυταρχισμό μιας τέτοιας δράσης πάνω σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ούτε και το
αδύνατον εφαρμογής του νόμου. Εξετάζουμε την ιδεολογική πρόθεση. Αν τα
Φροντιστήρια και τα Ιδιωτικά κάνουν καλή δουλειά, δηλαδή εκπαιδεύουν σωστά, πρέπει
να εμποδιστούν με κάθε τρόπο. Ακόμα και
με αστείες παρεμβάσεις.
Ο νομοθέτης εδώ λειτουργεί συμβολικά. Επιτίθεται στο αναγκαίο κακό της
ιδιωτικής εκπαίδευσης, αλλά και στην επάρκειά της. Είναι σα να μας λέει «δεν θα
αφήσω κανέναν να κοινωνεί των αστικών
γνώσεων».
13. Πρότυπα Πειραματικά Σχολεία
Έχει γίνει πολύ συζήτηση για την κατάργηση των ΠΠΣ. Σχολεία
σχεδόν χιτλερικής εμπνεύσεως, σχολεία ρετσινιάς κλπ. Διαχωρίστηκαν τα
πειραματικά από τα 4-5 Πρότυπα,
δεν έγιναν όμως ακόμα θεσμικές επεμβάσεις στη λειτουργία τους. Μόνο οι
διευθυντές τους θα εκλέγονται όπως και
των άλλων σχολείων. Ίσως για το διεθνή σάλο που ξεσήκωσε η διατύπωση των
προθέσεων. Όμως καταργήθηκε η επιλογή των μαθητών τους μέσω εξετάσεων.
΄Επανήλθε η αναξιόπιστη κλήρωση. Οι εξετάσεις αποτελούσαν ένα συμβόλαιο μεταξύ
μαθητών και σχολείου για την επίπονη και συναρπαστική διαδικασία που θα
ακολουθούσε. Ο μαθητής που επέλεξε να διαβάσει, να κοπιάσει, να διαγωνιστεί για
να εισέλθει στο Πρότυπο σχολείο είναι και αυτός που θα τιμήσει την επιτυχία
του. Θα αγαπήσει το σχολείο του και θα αφεθεί συνεργαζόμενος στα έμπειρα χέρια
και μυαλά των δασκάλων του. Δεν θα το κλείσει και δεν θα το χαλάσει. Θα το
προφυλάξει, γιατί το θεωρεί δικό του, αφού αγωνίστηκε για να το κατακτήσει και
θα βοηθήσει το δάσκαλο να εφαρμόσει ότι πιο καινοτόμο υπάρχει για τη μόρφωσή
του. Να πειραματιστεί και να μετρήσει προς όφελος αυτού και όλης της κοινωνίας.
Για το νομοθέτη θα γίνει υποχείριο και ενεργούμενο της αστικής τάξης
μιας και αυτή θα καρπωθεί εν τέλει την προκοπή του. Ο νομοθέτης δεν θέλει ποιοτική
συμμετοχική, δημοκρατική εκπαίδευση που βελτιώνει τη θέση των παιδιών της
εργατικής τάξης. Γιατί έτσι ενσωματώνονται στο σύστημα. Προτιμά τον εξισωτισμό
προς τα κάτω, την πολιτιστική εξαθλίωση, παλιά σταλινική μέθοδο ποδηγέτησης των
μαζών.
Η εκπαιδευτική
κοινότητα έχει καθήκον να αντιδράσει στην ιδεολογική επίθεση που δέχεται η
Παιδεία μας.