Τετάρτη 24 Αυγούστου 2011

Εκπαίδευση: Ή στραβός είν' ο γιαλός, ή στραβά αρμενίζουμε



Του Αλέξη Πολίτη, ΒΗΜΑ, 23.8.11

Καλά, η εκπαίδευση που παρέχουμε στον τόπο αυτόν σίγουρα πάσχει∙ δεν θα βρείτε δάσκαλο που να μην το βλέπει (και να μην το νιώθει στο πετσί του, αν έχει λίγο φιλότιμο). Κι όχι μονάχα η τριτοβάθμια, παρά όλες οι βαθμίδες - υπάρχει κανένας Νεοέλληνας που να έμαθε μια ξένη γλώσσα στο σχολείο; (Αυτό είναι νομίζω το καλύτερο παράδειγμα, καθώς τη φυσική ή τα μαθηματικά μπορεί να τα ξεχάσαμε με τα χρόνια αν δεν μας χρειάζονταν, τα αγγλικά όμως;) Καλή η διαπίστωση∙ μα δεν αρκεί, κάποτε πρέπει να εντοπίσουμε και το γιατί. Δεν το επιχειρούμε, όμως - προτιμούμε τις καταγγελίες.Το ανάθεμα λοιπόν πέφτει εύκολα -ανάλογα με τις πολιτικές μας επιλογές- είτε στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στους δασκάλους, είτε στο υπουργείο και στις άσκοπες αναστατώσεις. Έτσι βέβαια ξεχνάμε το βασικό, πως η εκπαίδευση έχει δύο πόλους, τον διδάσκοντα και τον διδασκόμενο. Αν δεν θέλω να μάθω φυσική, τον Αϊνστάιν να μου παίρναν για προγυμναστή, άσχετος θα έμενα (το πολύ-πολύ ν' απομνημόνευα κανένα θεώρημα, αλλά τότε γιατί να πληρώνουμε τον Αϊνστάιν;). Και γιατί, παρακαλώ, να θέλω να μάθω, αν σε τίποτα δεν μου χρειάζεται η φυσική;

Ας το πάρουμε απόφαση, ή μάλλον, ας δούμε το πρόβλημα κατάματα. Η ελληνική κοινωνία δεν τη χρειάζεται τη μόρφωση, ή σωστότερα, τη χρειάζεται σε μικρό βαθμό. Τα στελέχη της θα τα διαμορφώσει στα πανεπιστήμια του εξωτερικού (και την ξένη γλώσσα θα τη μάθουν τα παιδιά στα φροντιστήρια). Συγγνώμη, αλλά ξέρετε κανέναν υψηλόβαθμο διευθυντή ιδιωτικής ή δημόσιας υπηρεσίας που να μην πέρασε από κάποιο ξένο ίδρυμα; Κανέναν καθηγητή πανεπιστημίου που να μην σπούδασε στο εξωτερικό; Κανέναν πετυχημένον αρχιτέκτονα, δικηγόρο, μηχανικό, έμπορο, πιανίστα; Όσοι μένουν με τις γνώσεις που προσφέρονται στην Ελλάδα -να εξαιρέσουμε έναν μικρό στατιστικά αριθμό- θα εργαστούν σε δευτερεύουσες θέσεις, όπου οι πολλές γνώσεις -και ιδίως η επεξεργασία της γνώσης, η κριτική σκέψη- λίγο τους χρησιμεύουν. (Μπορεί και να τους εμποδίζουν κιόλας.)

Εδώ στηρίζομαι στην εμπειρία των φιλοσοφικών σχολών που τις ξέρω. Αν εγώ και οι συνάδελφοί μου κάνουμε σωστά τη δουλειά μας, αν καταφέρουμε -δεν είναι εύκολο!- να ξεφύγουν κάποιοι λίγοι μαθητές μας από την ξερή αποστήθιση και να μάθουν να σκέφτονται, να κρίνουν, να ψάχνουν, να μαθαίνουν, τότε -λυπάμαι που το λέω, μα είναι η πικρή αλήθεια- οι πιθανότητες να περάσουν στον κρατικό διαγωνισμό και να διοριστούν στο γυμνάσιο (να επιτύχουν στο ΑΣΕΠ) μειώνονται αντί να αυξηθούν: χωρίς τις μηχανικές γνώσεις δεν έχουν ελπίδες∙ άλλωστε πόσοι τολμούν πια να παρουσιαστούν σ' αυτές τις εξετάσεις, αν δεν φοιτήσουν στα ειδικά φροντιστήρια; (Η περίφημη «δωρεάν δημόσια παιδεία» δεν είναι παρά ρητορικό επιχείρημα - ακριβώς όπως και με τις ξένες γλώσσες.)

Για όλ' αυτά κανείς δεν μιλάει, ούτε στις εφημερίδες ούτε στις τηλεοράσεις. Εμ, βέβαια∙ επειδή το ανάθεμα ή το σφάλμα δεν βαρύνει ούτε πέντε-δέκα πρόσωπα, ούτε την κυβέρνηση, ούτε τα κόμματα, ούτε την αριστερά, ούτε τους πανεπιστημιακούς ούτε τους μαθητές - πρόκειται απλώς για ένα οργανικό στοιχείο της ελληνικής κοινωνίας: πτυχία χρειάζεται η κοινωνία μας, όχι γνώσεις - εννοώ η κοινωνία στο σύνολό της. «Αν ξέρατε γράμματα, θα βρίσκατε αμέσως δουλειά» - μας αρέσει να πιπιλίζουμε τα εύκολα.

Σωστά, αλλά πόσοι; Κάποιοι λίγοι∙ γιατί λοιπόν η μεγάλη μάζα των φοιτητών να επενδύσει κόπους και προσπάθειες εφόσον το «χαρτί» δεν έχει αξία; («Πτυχία με αξία» γράφουν στους τοίχους του Πανεπιστημίου Κρήτης οι αριστερές οργανώσεις, και εννοούν βέβαια: «αυτόματος διορισμός στο δημόσιο».) Σάματι το «χαρτί» του Λυκείου τί αξία έχει; Απλώς προσφέρει την πρόσβαση για το επόμενο χαρτί - σκέφτηκε κανένας ότι πρώτα γίνονται οι πανελλήνιες και μετά οι πτυχιακές του Λυκείου; Ζήτημα ότι μπορεί να πετύχεις σε μια σχολή, αλλά να μην περάσεις τις πτυχιακές δεν τίθεται. Και όλοι φωνάζουν «πώς μπορεί να εγγράφονται σε Σχολές ή Τ.Ε.Ι. άνθρωποι με μέσο όρο 5 ή 6» - πώς αποφοίτησαν από το Λύκειο κανείς δεν αναρωτιέται.

Νά 'μαστε λοιπόν στο ζήτημα των ημερών, το καινούριο νομοσχέδιο για την ανώτατη εκπαίδευση… Μόνο στα «επίκαιρα» ζητήματα χαρίζουμε άλλωστε την προσοχή μας, στα «χρόνϊα» όχι∙ καβγάδες και τσακωμούς γυρεύουμε, την ώρα μας θέλουμε να περάσουμε. (Ναι, κι εσύ, υποκριτή συγγραφέα, όμοιε και αδελφέ-μου.) Θα προσπαθήσω να μην πάρω θέση στα κρίσιμα ζητήματα του νομοσχεδίου∙ πρώτον επειδή θεωρώ πως ούτε η δημοκρατία λύνει τα πάντα (παλιό καθεστώς) ούτε η φωτισμένη δεσποτεία (ελπιζόμενο καινούριο), δεύτερον για να ξεφύγω κάπως από την πόλωση: αναρωτιέμαι μήπως το πρόβλημα βρίσκεται αλλού.
Ωραία, η τριτοβάθμια εκπαίδευση πάσχει. Σύμφωνοι, οι διδάσκοντες δεν είναι όλοι καλοί. Ξέρετε όμως άλλους καλύτερους; (εννοώ: πολλούς∙ στους δικούς-μου τους χώρους και ο Τάκης ο Κονδύλης δεν εξελέγη, και ο Βασίλης ο Παναγιωτόπουλος, σίγουρα κι άλλοι - όχι όμως τόσοι που να άλλαζαν το συνολικό επίπεδο). Το επίμαχο ζήτημα δεν είναι μόνο οι τρεις ή πέντε ή δεκαπέντε άτυχες -ή πονηρές- εκλογές ανάξιων∙ οι ρίζες-του είναι βαθύτερες: στήσαμε πολλαπλάσια ανώτατα ιδρύματα από όσα μπορεί να στελεχώσει το επιστημονικό δυναμικό της χώρας. (Και μη μου πείτε, «καλά, τόσοι που διαπρέπουν στο εξωτερικό;»∙ αυτό είναι αναπόφευκτο: τα μεγάλα πανεπιστήμια αντλούν από όλες τις μικρές χώρες. Είναι άραγε πολλοί που να κατέφυγαν στην Γκάνα, την Αίγυπτο ή την Πορτογαλία; - και είναι αυτοί καλύτεροι από τους δικούς-μας;)

Σύμφωνοι, η Σύγκλητος ήταν ένα πολυπρόσωπο και δυσκίνητο όργανο, και, δυο φορές σύμφωνοι, η συμμετοχή των φοιτητών είχε ολότελα παραμορφώσει τη δημοκρατική εκπροσώπηση (μειονεκτήματα που διορθώνονταν εύκολα, χωρίς ολοκληρωτικές ανατροπές). Θα αποφασίσουν τα καινούρια διοικητικά Συμβούλια να αλλάξουν το κεντρικό πρόβλημα των πανεπιστημίων;

Δηλαδή να μειώσουν τον αριθμό τους και να μειώσουν τον αριθμό των φοιτητών;
Και πάλι το πρόβλημα κατάματα: ό,τι περιορίζει τις δυνατότητες των φοιτητών να αποκτήσουν αυξημένα προσόντα ώστε να «βρουν και μιαν αντίστοιχη δουλειά», αλλά και -κυρίως!- να αισθανθούν υπεύθυνοι και να θελήσουν οι ίδιοι να μάθουν, εξαντλώντας όσες δυνατότητες τους παρέχονται, αυτό είναι (και πάλι λυπάμαι που το λέω, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις πολιτικές επιλογές μου) ο μεγάλος αριθμός όχι απλώς των συμφοιτητών τους παρά συνολικά των αποφοίτων: πολλοί γιατροί, πολλοί μηχανικοί, δικηγόροι, μάνατζερ, οικονομολόγοι. Ο «πτυχιούχος» δεν αισθάνεται ότι διαφοροποιήθηκε από τη μεγάλη μάζα -λοιπόν και ο μελλοντικός πτυχιούχος, δηλαδή ο μέσος φοιτητής, δεν αισθάνεται την ανάγκη να διαφοροποιηθεί, να εκμεταλλευτεί τις σπουδές του.
Μα αυτό ακριβώς επιχειρεί να λύσει το καινούριο νομοσχέδιο! Πριμοδοτεί την «αριστεία», ωθεί τα πανεπιστήμια ν' αποφασίσουν: θα επιλέξουν μια «μέσου τύπου» ανώτατη εκπαίδευση (τριετή προγράμματα) ή θα στραφούν προς την υψηλή επιστήμη, και μεσοπρόθεσμα -αν όχι και ταχύτερα- θα επιτύχουμε μια διαβαθμισμένη τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως και στην Αμερική ή την Αγγλία. Αλλιώς θα μένουμε εσαεί σε μια δήθεν «δημοκρατική» σούπα: χρειαζόμαστε πολλά επίπεδα τριτοβάθμιας, πιστοποιημένα όμως.

Κοροϊδευόμαστε; (ή μάλλον όχι ερωτηματικό, θαυμαστικό χρειάζεται εδώ). Φαντάζεται κανείς τα δεκαπέντε μέλη ενός «διοικητικού Συμβουλίου» επαρχιακού πανεπιστημίου ν' αποφασίσουν πως στη Φλώρινα, στο Ρέθυμνο ή στην Κομοτηνή δεν είναι ανθρωπίνως δυνατό η τάδε Σχολή να διεκδικήσει την «αριστεία», και καλύτερα να αυτοϋποβαθμιστεί ή να κλείσει; Όταν μάλιστα τα εφτά πανεπιστημιακά μέλη θα είναι οι άριστοι και τα άλλα εφτά θα εκπροσωπούν την τοπική κοινωνία; Τη διαβάθμιση μονάχα το υπουργείο μπορεί να την αποφασίσει, αφού βέβαια προχωρήσει σε σοβαρές -δηλαδή συγκριτικές μεταξύ τους- εξωτερικές αξιολογήσεις μιας σειράς παραγόντων, που αν γίνουν θα καταλήξουν πως μόνο στην Αθήνα (άντε και στην συμπρωτεύουσα) υπάρχουν οι «αντικειμενικές» προϋποθέσεις για «αριστεία» - και δεν αναφέρομαι στην ποιότητα των ιδρυμάτων, παρά στις γενικές υποδομές που παρέχουν οι πόλεις (αφήνοντας κάποια παράθυρα για δυο-τρεις μεγάλες επαρχιακές πόλεις όπου έχουν ιδρυθεί μεγάλα και ισχυρά ερευνητικά ιδρύματα όπως το Ίδρυμα Τεχνολογικής Έρευνας στο Ηράκλειο).
Αλλά έστω, ένας υπουργός επωμίζεται αυτήν την τεράστια ευθύνη, που σημαίνει βέβαια όχι μόνο να ιεραρχήσει τα ιδρύματα, αλλά να κλείσει και μερικά. Να δω ποια κυβέρνηση θα το εφαρμόσει, και σε ποιο βαθμό (όσο και να γκρεμίσει τα αυθαίρετα!). Αλλά έστω, βρίσκεται κι αυτή. Να δω ποιος γονιός που μένει στο Σουφλί, στην Ιεράπετρα ή στους Παξούς, θα στείλει το παιδί του σε μια επαρχιακή πόλη στην άλλη άκρη της Ελλάδας, ενώ θα μπορεί να το γράψει στην Αθήνα (ή σε μια συναφή σχολή στην περιοχή του), μόνο και μόνο επειδή στην ιεράρχηση του υπουργείου η άλφα Σχολή αξιολογήθηκε λίγες μονάδες παραπάνω από τη βήτα.

Να φανταστούμε τώρα την ουτοπία: με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τα μαζικά κακοδιοικημένα πανεπιστήμια μετατρέπονται σταδιακά σε θύλακες αριστείας. Από όλον τον κόσμο προσέρχονται ξένοι κορυφαίοι επιστήμονες, όχι μονάχα ως πρυτάνεις παρά και ως διδάσκοντες, αλλοεθνείς φοιτητές δέχονται να πληρώσουν δίδακτρα προκειμένου να τους ακούσουν, ιδιώτες αποφασίζουν να επενδύσουν στα Α.Ε.Ι., και γινόμαστε υπερήφανοι για την τριτοβάθμια εκπαίδευση ακριβώς όπως για την υπερπόντια ναυτιλία-μας. Οι αιώνιοι φοιτητές διαγράφονται, οι τεμπέληδες απομακρύνονται σταδιακά, οι καινούριοι επιλέγονται με τον καλύτερο τρόπο, ενώ οι ανάξιοι κι οι παπαγάλοι αποκλείονται. Το «κάθε πόλη και Σχολή, κάθε κωμόπολη και Τμήμα» γίνεται θλιβερό παρελθόν, ο φοιτητικός πληθυσμός μειώνεται και προσαρμόζεται στις ανάγκες της κοινωνίας. Η επόμενη μέρα;
Την επόμενη μέρα όσοι γονείς ανάξιων μπορούν να επωμιστούν το κόστος, θα τους στείλουν σε κάποια άλλη χώρα - και κακά ιδιωτικά πανεπιστήμια ή κολλέγια δεν υπάρχουν μόνο στις φτωχές χώρες παρά και στην Αγγλία τώρα πια. Ποιο το κέρδος; Όσο η νεοελληνική οικονομία, οι παραγωγικές διαδικασίες της χώρας εν γένει, δηλαδή η κοινωνία στο σύνολό της, δεν έχει ζωτική ανάγκη από ένα πολυάριθμο δυναμικό υψηλού μορφωτικού επιπέδου, το επίπεδο της εκπαίδευσης, στο σύνολό της επίσης, θα παραμένει χαμηλό. Τα δοχεία συγκοινωνούν.

Ιδού νομίζω το κεντρικό ζήτημα: μια κοινωνία (θέλετε μια οικονομία;) που να χρειάζεται περισσότερη μόρφωση, περισσότερα μεσαία στελέχη. Εδώ πάλι το παράδειγμά μου θα είναι η δική μου Σχολή: κάποιοι καλοί φοιτητές θα συνεχίσουν∙ μεταπτυχιακά, διδακτορικό - σ' εμάς ή αλλού. Η επόμενη μέρα γι' αυτούς; Ή καθηγητές πανεπιστημίου (κάποτε), ή τζάμπα οι κόποι και τα έξοδα∙ οι ενδιάμεσοι χώροι είναι ελάχιστοι. Ωστόσο ένα «κεφάλαιο γνώσης και κρίσης» έχει παραχθεί∙ αν η κοινωνία θελήσει τ' αξιοποιήσει, τότε θα αυξηθούν και ποσοτικά και ποιοτικά οι ενδιαφερόμενοι. Φοιτητές και δάσκαλοι.
Δηλαδή εντωμεταξύ τίποτε; Ν' αφήσουμε τα πάντα στην τύχη, όπως πάνε κι όπως έρθουν; Όχι βέβαια, απλώς να μην νομίζουμε πως με μια μονοκοντυλιά μπορούμε να σώσουμε ή να καταστρέψουμε την ανώτατη εκπαίδευση. Οι διορθωτικές αλλαγές όλο και κάτι θα μπορούσαν να βελτιώσουν. Αν το δημοκρατικό κλίμα του παλιού νόμου αφέθηκε και ανέχθηκε παραμορφωτικές απολήξεις (πρυτανείες αιχμάλωτες δέκα ή δεκαπέντε επαγγελματιών συνδικαλιστών-μελλοντικών στελεχών των κομμάτων εξουσίας, ή: «ε, ας γίνει πρωτοβάθμιος και ο τάδε, μιας και γίνανε τόσοι άλλοι»), ας μην ξεχνάμε ότι παράλληλα μείωσε τους ανταγωνισμούς, μείωσε τις εσωτερικές εντάσεις.

Αλλού αυτό το εισαγόμενο κλίμα της αριστείας -δυο-τρεις πολύ καλοί, άρα πολλά λεφτά από προγράμματα, πολλή εξουσία στα χέρια τους- μπορεί να ωφελήσει συνολικά, αλλού θα οδηγήσει σε αντιπαλότητες που ενδέχεται να φτάσουν ώς τον κανιβαλισμό - είναι ανάγκη ο κορσές να εφαρμοστεί σε όλους από αύριο; Η οργάνωση των σπουδών σε εξάμηνα, οι γενικές συνελεύσεις των διδασκόντων, η απαλοιφή της έδρας είχαν δοκιμαστεί προτού περάσουν στον νόμο του 1982.

Τελικά το ελληνικό πρόβλημα δεν εντοπίζεται μονάχα στην εκπαίδευση, μέση ή ανώτερη∙ όσο ούτε οι εταιρείες ούτε οι επιχειρηματίες ούτε οι θεσμοί -σκεφτείτε για μια στιγμή μόνο την τηλεόραση!- δεν αναζητούν τη γνώση, τις καινοτομίες, την κριτική κατανόηση, ας μην περιμένουμε παρά μικρές αλλαγές - όχι αναγκαστικά προς το καλύτερο, δυστυχώς.

Ο Αλέξης Πολίτης διδάσκει -για τελευταία πια χρονιά- νεοελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου